Review of the week, 97-12-24
From: The Hellenic Ministry of Press & Mass Media <http://www.minpress.gr/>
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
[Α] ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ
[Β] Ε/Τ ΣΧΕΣΕΙΣ - ΚΥΠΡΙΑΚΟ
[01] Ενταση στις σχέσεις Ε.Ε.-Τουρκίας
[02] Την επίλυση του Κυπριακού και των Ε/Τ διαφορών, επιθυμεί ο
Κλίντον
[03] Προσέγγιση Μόσχας-Αγκυρας
[Γ] ΒΑΛΚΑΝΙΑ
[04] Επικυρώθηκε απ' την Αλβανική Βουλή η συμφωνία αμυντικής
συνεργασίας με την Ελλάδα-Παρατείνεται η παραμονή του ελληνικού
τάγματος
[05] Οι αμερικανικές δυνάμεις θα παραμείνουν στη Βοσνία και μετά τον
Ιούνιο του 1998- Ο Κλίντον επισκέπτεται το Σεράγεβο
[06] ΓΚΛΙΓΚΟΡΟΦ: Παραμένουμε συνεπείς στην προάσπιση του νόμιμου
ονόματός μας
[Δ] ΜΕΣΗ ΑΝΑΤΟΛΗ
[07] Συνομιλίες Ολμπράιτ με Νετανιάχου και Αραφάτ για την ειρήνη στη
Μ.Ανατολή
[08] Ενίσχυση της στρατιωτικής της συνεργασίας με Αίγυπτο επιδιώκει η
Τουρκία
[09] Αμετακίνητο το Ιράκ στη θέση του- απειλές από ΗΠΑ και Συμβούλιο
Ασφαλείας
[Α] ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ
[Β] Ε/Τ ΣΧΕΣΕΙΣ - ΚΥΠΡΙΑΚΟ
[01] Ενταση στις σχέσεις Ε.Ε.-Τουρκίας
Ο απόηχος της Συνόδου Κορυφής και η τουρκική απειλή να διακόψει τον
πολιτικό διάλογο με την Ε. Ε. επηρέασαν τις εξελίξεις αυτής της
εβδομάδας στις σχέσεις μεταξύ της Τουρκίας και της Ευρώπης αλλά και
των ΗΠΑ.
Η αντίδραση του Τούρκου Πρωθυπουργού κ. Γιλμάζ υπήρξε απότομη και
πεισματική. Ωστόσο, όπως σημειώνει η CORRIERE DELLA SERA (16.12.97)
"κανείς δεν πιστεύει ότι η Τουρκία παραιτήθηκε οριστικά από την
ευρωπαϊκή επιλογή της". Αυτό άλλωστε προκύπτει τόσο από την πεποίθηση
που εξέφρασε η ίδια η Ε.Ε. ότι στη διένεξη με την Τουρκία δεν έχει
ειπωθεί ακόμα η τελευταία λέξη όσο και από την αμερικανική πρόταση
για διαμεσολάβηση των ΗΠΑ μεταξύ Τουρκίας και Ευρωπαϊκής Ενωσης. Αλλά
και από τις δηλώσεις των Τούρκων κυβερνητικών αξιωματούχων στις
οποίες παρατηρείται ένα σταδιακό κατέβασμα των τόνων.
Αντιδράσεις στην αρνητική στάση
της Αγκυρας
"Υπερβολική" χαρακτήρισε σύμφωνα με τηλεγράφημα του ΑΠΕ (15.12.97) ο
προεδρεύων Πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου κ. Γιούνκερ την αντίδραση
της Αγκυρας. "Υπήρξε μια ελλειπής εξήγηση" πρόσθεσε ο κ. Γιούνκερ και
συνέχισε: "Ηταν μια θετική προσφορά και κανένα στοιχείο της δεν
αφήνει να εννοηθεί ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση είναι εναντίον της Τουρκίας.
Η Ε.Ε. δεν αρνήθηκε την ένταξη της Τουρκίας, αντίθετα ζήτησε
να ανταποκριθεί η Τουρκία στα κριτήρια της Κοπεγχάγης, που
καθορίζουν σαφώς τους όρους ένταξης μιας χώρας στην Ε.Ε.".
Στο μεταξύ, η Λουξεμβουργιανή Προεδρία σε ανακοίνωσή της (15.12.97)
αφού εκφράζει τη λύπη της για την αρνητική αντίδραση του κ. Γιλμάζ
εύχεται οι δηλώσεις του Τούρκου Πρωθυπουργού να μην είναι οριστικές.
Και αυτό γιατί "η απόφαση της Συνόδου Κορυφής δεν αφορά μόνο την
πρόσκληση για συμμετοχή στην Ευρωπαϊκή Διάσκεψη επί ίσοις όροις με
τις άλλες προσκεκλημένες χώρες, αλλά περιέχει και τη χάραξη μιας
ευρωπαϊκής στρατηγικής για την προετοιμασία της ένταξης της Τουρκίας
στην Ε.Ε.". Στην ανακοίνωση τονίζεται, τέλος, ότι "η Ε. Ε. είναι
έτοιμη να συνεχίσει τις επαφές της με την Τουρκία, διότι κάτι τέτοιο
ανταποκρίνεται στα συμφέροντα της Ευρωπαϊκής Ενωσης καθώς και της
Τουρκίας".
Από την πλευρά του ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ενωσης κ. Σαντέρ κάλεσε
την Αγκυρα να επανεξετάσει την αρχική αρνητική αντίδρασή της
τονίζοντας: "Η Σύνοδος Κορυφής πρόσφερε στην Τουρκία πλήρη
επιβεβαίωση της επιλεξιμότητάς της ως μέλους της Κοινότητας" (ΑΠΕ
15.12.97).
Αλλά και ο Επίτροπος κ. Βαν Ντεν Μπρουκ κάλεσε την Τουρκία να
εκτιμήσει ψυχραιμότερα την κατάσταση και να ανταποκριθεί θετικά στην
πρόσκληση για την Ευρωπαϊκή Διάσκεψη και για την ενίσχυση των δεσμών
της με την Ε.Ε. Σε δηλώσεις του στον Τούρκο δημοσιογράφο κ. Μπιράντ
(15.12.97) ο Ολλανδός Επίτροπος επεσήμανε: "Οι προτάσεις που
έγιναν στην Τουρκία ήταν θετικότατες για την ένταξή της. Πιστεύω
ότι οι σχέσεις Ε.Ε.-Τουρκίας θα βελτιωθούν μετά την ανάληψη της
Προεδρίας από τη Βρετανία. Από εδώ και πέρα θα βρούμε τρόπους
καλύτερης συνεργασίας".
Τρεις μέρες αργότερα ο κ. Βαν Ντεν Μπρουκ, μετά τη συνάντησή του με
τον Τούρκο ΥΠΕΞ κ. Τζεμ στο περιθώριο της υπουργικής συνόδου του
ΟΑΣΕ στην Κοπεγχάγη, δήλωσε: "Χρειαζόμαστε μια περίοδο
περισυλλογής και ηρεμίας. Θεωρώ ότι πρέπει να προσπαθήσουμε να
αποφύγουμε οτιδήποτε ηχεί σαν απειλή με σκληρές δηλώσεις".
Εξάλλου, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, σύμφωνα με το REUTERS (18.12.97)
με ανακοίνωσή του προτρέπει την Τουρκία να ξανασκεφτεί και να
αποδεχτεί την πρόσκληση στην Ευρωπαϊκή Διάσκεψη, ενώ παράλληλα ζητεί
από την Αγκυρα να μην γίνει εμπόδιο στην ένταξη της Κύπρου στην
Ευρωπαϊκή Ενωση.
"Αντιλαμβανόμαστε την απογοήτευση της Τουρκίας, αλλά πιστεύουμε ότι η
Αγκυρα πρέπει να αναθεωρήσει την απόφασή της" δήλωσε ο Ελληνας
υπουργός Εξωτερικών κ. Πάγκαλος σε συνέντευξή του στις Βρυξέλλες (
16.12.97) και πρόσθεσε: "Δεν απαιτείται να επιλυθούν οπωσδήποτε όλα
τα ζητήματα ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία με τη διαμεσολάβηση
της Ε.Ε. Τα ζητήματα μπορούμε να τα επιλύσουμε και μεταξύ μας.
Ωστόσο, τις εδαφικές διεκδικήσεις της πρέπει να τις φέρει στο Διεθνές
Δικαστήριο".
Την απογοήτευση της Τουρκίας συμμερίζεται επίσης και η Γερμανία. Οπως
δήλωσε ο ΥΠΕΞ κ. Κίνκελ (ΑΠΕ 15.12.97) "η αντίδραση της τουρκικής
κυβέρνησης δεν θα πρέπει να είναι η τελευταία της λέξη. Ελπίζω ότι
μόλις ξεπεράσει την απογοήτευσή της, η Τουρκία θα εξετάσει ήρεμα το
ζήτημα. Δεν πρόκειται να της κλείσουμε την πόρτα. Η Τουρκία ανήκει
στην Ευρώπη". Αλλά και σε ανακοίνωση του Φόρεϊν Οφις (15.12.97)
εκφράζεται η ελπίδα ότι "η Τουρκία θα επανεξετάσει την απόφασή της".
Αντίθετα, οι ΥΠΕΞ της Γαλλίας και της Ιταλίας όχι μόνο κατανοούν
απόλυτα την αντίδραση της Τουρκίας, αλλά ο μεν κ. Βεντρίν δήλωσε (
ΑΠΕ 16.12.97) ότι "η Ε.Ε. θα μπορούσε να διατυπώσει μια πιο ανοικτή
και πιο έξυπνη πρόταση" ενώ ο κ. Ντίνι έκανε λόγο σε συνέντευξή του
στη LA REPUBBLICA (17.12.97) για "πρόσθετους όρους" που έθεσε η Ε. Ε.
στην Τουρκία προκειμένου να συμμετάσχει στη διαδικασία διεύρυνσης.
Πάντως, όπως, μετέδωσε το ΑΠΕ (16.12.97) οι κ.κ. Βεντρίν και
Ντίνι κατά τις χωριστές συναντήσεις τους με τον Τούρκο ομόλογό
τους τόνισαν στον κ. Τζεμ ότι δεν θεωρούν πως υπάρχει λόγος να
προχωρήσει η Τουρκία σε αντίποινα, εννοώντας κυρίως τις τουρκικές
απειλές για προσάρτηση του κατεχόμενου τμήματος της Κύπρου.
Η αντίδραση της Ουάσιγκτον
Στην άρνηση της Ευρωπαϊκής Ενωσης να συμπεριλάβει την Τουρκία στα
σχέδια διεύρυνσής της η αμερικανική απάντηση ήταν ακαριαία και
κατηγορηματική. "Οι ΗΠΑ θα καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για την
ενσωμάτωση της Τουρκίας στη Δύση, ειδικά εξαιτίας της γεωπολιτικής
θέσης και της στρατηγικής της σημασίας" υπογράμμισε ο Αμερικανός
Πρόεδρος κ. Κλίντον στη διάρκεια της καθιερωμένης ετήσιας συνέντευξης
Τύπου στο Σταίητ Ντηπάρτμεντ (16.12.97).
Λίγο νωρίτερα, στις Βρυξέλλες στη σύνοδο των υπουργών Εξωτερικών του
ΝΑΤΟ, η υπουργός Εξωτερικών κ. Ολμπράϊτ, απευθυνόμενη στους
Ευρωπαίους ομολόγους της υποστήριξε, σύμφωνα με το Γαλλικό Πρακτορείο
(16.12.97) ότι "είναι πολύ σημαντικό η Τουρκία να προσανατολιστεί
προς τη Δύση, προς την Ευρώπη".
Οπως διευκρίνισε την επόμενη μέρα ο εκπρόσωπος του Σταίητ
Ντηπάρτμεντ, στη διάρκεια της ενημέρωσης προς τους δημοσιογράφους "η
σχέση μεταξύ ΗΠΑ και Τουρκίας είναι απόλυτα καθοριστική γι' αυτόν τον
προσανατολισμό. Πιστεύουμε ότι η Τουρκία είναι ένα ευρωπαϊκό κράτος
και θα πρέπει μελλοντικά να ενταχθεί στην Ε.Ε. Ελπίζουμε ότι θα
σημειωθεί πρόοδος. Αλλωστε οι διπλωματικές μας προσπάθειες θα
κινηθούν προς αυτή την κατεύθυνση". Για το λόγο αυτό, τόνισε ο κ.
Φόλεϋ, "οι ΗΠΑ είναι πρόθυμες να διαμεσολαβήσουν για την αποκατάσταση
των σχέσεων μεταξύ Τουρκίας και Ευρωπαϊκής Ενωσης".
Πάντως ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ κ. Γκρόσμαν, στη
συνάντησή του με τον υπουργό Μακεδονίας Θ&ράκης κ. Πετσάλνικο,
υποστήριξε ότι "είναι καιρός να αντιληφθεί η Τουρκία ότι διμερή
προβλήματα, όπως το θέμα των Ιμίων, πρέπει να παραπέμπονται στο
Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης (ΑΠΕ, 16.12.97).
Η Αγκυρα
Την πρόθεση της Τουρκίας να αποσύρει την υποψηφιότητα ένταξής της
στην Ευρωπαϊκή Ενωση, αν αυτή η τελευταία δεν αναθεωρήσει τη στάση
της μέχρι τον Ιούνιο, ανακοίνωσε ο Τούρκος Πρωθυπουργός σε Τούρκους
δημοσιογράφους κατά την ολιγόωρη παραμονή του στις Βρυξέλλες
κατευθυνόμενος προς την Ουάσιγκτον. Σύμφωνα με το Πρακτορείο ΑΝΑΤΟΛΗ
(17.12.97) ο κ. Γιλμάζ φέρεται να δήλωσε ότι ως τον Ιούνιο πρέπει να
πραγματοποιηθεί μια διάσκεψη κορυφής της Ε.Ε. με τη συμμετοχή της
Τουρκίας για να μην αποσύρει η Αγκυρα την αίτησή της.
Δύο μέρες νωρίτερα ο Τούρκος Πρωθυπουργός σε συνέντευξή του σε
Αμερικανούς δημοσιογράφους στην Αγκυρα είχε κατηγορήσει την Ε.Ε. ότι
υψώνει ένα "νέο πολιτιστικό τείχος" αποκλείοντας την Τουρκία από την
Ευρώπη.
Την άποψη ότι η Ε.Ε. υποστήριξε την Ελλάδα εξέφρασε ο ηγέτης του
Δημοκρατικού Κόμματος της Τουρκίας που μετέχει στον κυβερνητικό
συνασπισμό, στη διάρκεια της ομιλίας του στη συνεδρίαση της
κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματός του. Ο κ. Τσιντορουκ απείλησε
μάλιστα ότι "η Τουρκία, μετά απ' αυτή την απόφαση, μπορεί να
αναθεωρήσει τη θέση της για ειρηνική επίλυση των διαφορών που αφορούν
12 νησιά και τα χωρικά ύδατα του Αιγαίου".
Τη σκληρή γραμμή του κ. Γιλμάζ δεν ακολούθησαν ούτε ο αντιπρόεδρος
της κυβέρνησης κ. Ετζεβίτ ούτε ο υπουργός Εξωτερικών κ. Τζεμ.
Κατά την έναρξη της συζήτησης για τον προϋπολογισμό στη Μεγάλη
Τουρκική Εθνοσυνέλευση (ΤΖΟΥΜΧΟΥΡΙΕΤ 17.12.97) ο κ. Ετζεβίτ
υποστήριξε: "Δεν απογοητευτήκαμε, διότι δεν είχαμε όνειρα. Η Τουρκία
διατηρεί το δικαίωμά της να ενταχθεί στην Ε.Ε. Ομως, η μοναδική
επιλογή δεν είναι η Ε.Ε.. Κλείνει μια πόρτα ανοίγουν άλλες".
Ο Τούρκος ΥΠΕΞ από την πλευρά του σε συνέντευξή του στις Βρυξέλλες (
16.12.97) διέλυσε κάθε υπόνοια να προκαλέσει η Τουρκία εμπλοκή στη
διαδικασία διεύρυνσης του ΝΑΤΟ, τονίζοντας "η Τουρκία έχει συναινέσει
στην επέκταση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς, από τη στιγμή που δεσμεύτηκε
τηρεί τις υποσχέσεις της. Αλλωστε το θέμα της διεύρυνσης της
Ατλαντικής Συμμαχίας δεν συνδέεται με τη διεύρυνση της Ε.Ε.".
Aναγνώριση του ψευδοκράτους
ή διχοτόμηση
Προκλητικός και απειλητικός εμφανίστηκε ο Τούρκος Πρωθυπουργός και
στο θέμα της ενταξιακής πορείας της Κύπρου.
Σε συνέντευξή του στην Ουάσιγκτον (BBC, 18.12.97) προειδοποίησε ότι
"η εσφαλμένη απόφαση της Ευρωπαϊκής Ενωσης θα οδηγήσει πιθανότατα στη
μόνιμη διχοτόμηση του νησιού".
Από την πλευρά του ο Τουρκοκύπριος ηγέτης κ. Ντενκτάς, σύμφωνα με τον
ραδιοσταθμό ΜΠΑΥΡΑΚ (15.12.97) αξίωσε την αναγνώριση του ψευδοκράτους
προκειμένου να επαναληφθούν οι διακοινοτικές συνομιλίες, αφού όπως
τόνισε "η Ε.Ε. με την απόφασή της για την Κύπρο εκτέλεσε τις
συνομιλίες".
Σε επιστολή του μάλιστα προς τον ειδικό απεσταλμένο του ΟΗΕ κ.
Κόρντοβεζ, (ΤΑΚ, 19.12.97) ο κ. Ντενκτάς ενημέρωσε επισήμως τα
Ηνωμένα Εθνη ότι η τουρκοκυπριακή αντιπροσωπεία αποφάσισε να
αποσυρθεί από τις διακοινοτικές συνομιλίες.
"Εκτός αν - σημειώνεται στην επιστολή- αναγνωριστεί το καθεστώς της
πολιτικής ισότητας στην τουρκοκυπριακή κοινότητα".
Εξάλλου, ο Τουρκοκύπριος ηγέτης, σύμφωνα με το ΡΙΚ (20.12.97) δήλωσε
ότι αποφάσισε να μη συζητά με ξένους διπλωμάτες το θέμα των
διακοινοτικών συνομιλιών, αν δεν αναγνωριστεί η "ΤΔΒΚ".
Πάντως οι τουρκικές απειλές δεν πτόησαν την Ευρωπαϊκή Ενωση ούτε τα
Ηνωμένα Εθνη. Η μεν πρώτη, δια στόματος του κ. Βαν Ντερ Πας, του
εκπροσώπου Τύπου του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (15.12.97),
κατέστησε σαφές ότι ενδεχόμενη άρνηση των Τουρκοκυπρίων να πάρουν
μέρος στη διαπραγματευτική αντιπροσωπεία της Κύπρου, δεν πρόκειται να
αλλάξει την ημερομηνία έναρξης των ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Αλλά
και ο Βρετανός Πρωθυπουργός κ. Μπλερ, στη διάρκεια συζήτησης στη
Βουλή των Κοινοτήτων (17.12.97) κατέστησε σαφές ότι δεν υπάρχουν
προϋποθέσεις για την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων.
"Θα πρέπει να μείνουμε προσηλωμένοι στο στόχο μας, που δεν είναι
άλλος από την επίλυση του Κυπριακού", δήλωσε από την πλευρά των
Ηνωμένων Εθνών ο αναπληρωτής ειδικός εκπρόσωπος του Γ.Γ. του
Οργανισμού κ. Φεϋσέλ (ΡΙΚ, 16.12.97). Ενώ ο ίδιος ο Γενικός
Γραμματέας κ. Ανάν στην ετήσια έκθεσή του για τις εξελίξεις στο
Κυπριακό προς το Συμβούλιο Ασφαλείας σημειώνει ότι είναι αναγκαίο
"να διασφαλιστεί, μέσα από νέους τρόπους προσέγγισης, ότι οι
ηγέτες των δύο κοινοτήτων θα αναλάβουν το συντομότερο μια
συνεχή και δυναμική πορεία διαπραγματεύσεων, κυρίως για την
προετοιμασία των νομικών οργάνων, που θα ορίσουν τους τρόπους
διευθέτησης του προβλήματος".
Από την πλευρά της η κυπριακή κυβέρνηση αντιμετώπισε με ψυχραιμία τις
τουρκικές αντιδράσεις και αυτό γιατί, όπως δήλωσε ο υπουργός
Εξωτερικών κ. Κασουλίδης (ΚΥΠΕ, 15.12.97) "η Λευκωσία έχει ήδη
προετοιμαστεί για κάθε ενδεχόμενο. Ωστόσο, τέτοιου είδους απειλές δεν
θα γίνουν αποδεκτές από την διεθνή κοινότητα".
Στο μεταξύ, ο εκπρόσωπος του Σταίητ Ντηπάρτμεντ κ. Φόλεϋ, στη
διάρκεια της ενημέρωσης Τύπου (18.12.97) εξέφρασε πλήρη άγνοια για
τις απειλητικές δηλώσεις της τουρκικής πλευράς και επανέλαβε ότι η
θέση των ΗΠΑ είναι "να δοθεί έμφαση στις διακοινοτικές συνομιλίες υπό
την αιγίδα του ΟΗΕ". Για την προοπτική ένταξης της Κύπρου στην Ε.Ε. ο
κ. Φόλεϋ τόνισε ότι "αποτελεί θετική εξέλιξη που προσφέρει μια
επιπλέον προοπτική στις πιθανότητες επίλυσης του Κυπριακού".
[02] Την επίλυση του Κυπριακού και των Ε/Τ διαφορών, επιθυμεί ο
Κλίντον
Την έντονη επιθυμία του να επιλυθεί το Κυπριακό εξέφρασε ο Αμερικανός
Πρόεδρος κ. Κλίντον, στη διάρκεια της ετήσιας συνέντευξης Τύπου στο
Σταίητ Ντηπάρτμεντ (16.12.97), επισημαίνοντας ότι για την επίτευξη
αυτού του στόχου "χρειάζεται να υπάρχουν καλές σχέσεις μεταξύ
Τουρκίας και Ελλάδας".
Ο κ. Κλίντον κάλεσε τις δύο χώρες "να βγάλουν τις παρωπίδες" και να
εξετάσουν όλες τις ευκαιρίες που προσφέρει το μέλλον για οικονομική
ανάπτυξη και συνεργασία. "Οι ΗΠΑ θα καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια
για να ξεπεραστούν οι ελληνοτουρκικές διαφορές, οι οποίες κατά βάθος
είναι παράλογες" τόνισε ο Αμερικανός Πρόεδρος.
Ο Γιλμάζ στις ΗΠΑ
Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις και το Κυπριακό ήταν ένα από τα πέντε
βασικά θέματα που συζητήθηκαν κατά τη διάρκεια της συνάντησης του
Αμερικανού Προέδρου κ. Κλίντον με τον Τούρκο Πρωθυπουργό κ. Γιλμάζ
στο Λευκό Οίκο. Σύμφωνα με τηλεγράφημα του ΑΠΕ (19.12.97) ο κ.
Κλίντον κατέστησε απόλυτα σαφές στον κ. Γιλμάζ ότι ενδιαφέρεται και
προσωπικά και σε μεγάλο βαθμό για την υποχώρηση της έντασης και την
εξεύρεση ειρηνικών λύσεων στις όποιες διαφορές υπάρχουν μεταξύ
Ελλάδας και Τουρκίας. Αφού επανέλαβε την πρόθεση των ΗΠΑ να
διαδραματίσουν ουσιαστικό ρόλο στην επίλυση του Κυπριακού σε
συνεργασία με τα Ηνωμένα Εθνη και την Ευρωπαϊκή Ενωση, πρόσθεσε
ότι ο ειδικός απεσταλμένος Ρίτσαρντ Χόμπρουκ θα συνεχίσει τις
προσπάθειές του για επίλυση του Κυπριακού αλλα και την αντιμετώπιση
των δυσχερειών που υπάρχουν στα ελληνοτουρκικά. Ο κ. Κλίντον δεν
παρουσίασε στον Τούρκο Πρωθυπουργό καμμία συγκεκριμένη ιδέα ή
πρόταση ούτε συζητήθηκαν λεπτομέρειες για τη διαδικασία επίλυσης
των όποιων διαφορών.
Τα άλλα ζητήματα που απασχόλησαν τους κ.κ. Κλίντον και Γιλμάζ,
σύμφωνα με τον εκπρόσωπο του Λευκού Οίκου κ. Μακ Κέρρυ αφορούσαν
θέματα ενέργειας, εμπορίου και επενδύσεων, περιφερειακής συνεργασίας
και συνεργασίας σε θέματα ασφαλείας.
Από τη συνάντηση αυτή, αλλλα και από τις συναντήσεις που είχε ο κ.
Γιλμάζ με τον αντιπρόεδρο κ. Γκορ, την ΥΠΕΞ κ. Ολμπράιτ, τους
υπουργούς Οικονομικών, Αμυνας, Ενέργειας και Εμπορίου, στη διάρκεια
της πενθήμερης επίσκεψής του στην Ουάσιγκτον, προέκυψαν τα ακόλουθα:
1) Στον τομέα της ενέργειας, η τουρκική κυβέρνηση υπέγραψε συμφωνία
με τον Αμερικανό Υπουργό Ενέργειας, Φεντερίκο Πένια για την προώθηση
της κατασκευής αγωγού πετρελαίου από την Κασπία Θάλασσα στη Μεσόγειο.
2) Στον τομέα του εμπορίου, υπεγράφη συμφωνία μεταξύ της Μπόινγκ και
των τουρκικών αερογραμμών για αγορά 49 αεροσκαφών τύπου 737- 800, ενώ
συμφωνήθηκε να υπάρξει η περαιτέρω σύσφιγξη των διμερών σχέσεων.
3) Στον τομέα της περιφερειακής συνεργασίας οι δύο χώρες θα
συνεργασθούν για την προώθηση της ειρηνευτικής διαδικασίας στη Μέση
Ανατολή, την περαιτέρω υλοποίηση της αμυντικής συνεργασίας Τουρκίας-
Ισραήλ, αλλά και την αντιμετώπιση από κοινού της τρομοκρατίας και του
εμπορίου ναρκωτικών.
4) Στον τομέα της ασφάλειας, οι δύο χώρες θα ενισχύσουν ακόμη
περισσότερο την αμυντική τους συνεργασία. Ο υπουργός Αμυνας Μπιλ
Κόεν, θα επισκεφθεί την Τουρκία εντός του 1998. Συνεργασία θα υπάρξει
φυσικά και στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, και ειδικότερα σε ό,τι αφορά τη
διασφάλιση της ειρήνης στα Βαλκάνια.
Η κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Τουρκία λειτούργησε ως
εμπόδιο με αποτέλεσμα, σε αντίθετη με ό,τι ήταν προγραμματισμένο, ο
Πρόεδρος Κλίντον να μην επιτρέψει τελικά την επίδειξη των επιθετικών
ελικοπτέρων "Απάτσι" και "Σούπερ Κόμπρα" που επρόκειτο να είναι
υποψήφια στο διαγωνισμό για την προμήθεια της τουρκικής
αεροπορίας με 150 επιθετικά ελικόπτερα.
5) Τέλος οι ΗΠΑ επανέλαβαν την υποστήριξή τους στον ευρωπαϊκό
προσανατολισμό της Τουρκίας και ενθάρρυναν τον κ. Γιλμάζ να
επανεξετάσει τις σκληρές θέσεις του έναντι της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Τόσο η αμερικανική πλευρά όσο και ο κ. Γιλμάζ εξέφρασαν την
ικανοποίησή τους "για τις πολύ καρποφόρες συνομιλίες" στο Λευκό Οίκο
(ΑΠΕ, 19.12.97). Γεγονός που, όπως σημειώνει η ΓΕΝΙ ΓΙΟΥΖΓΙΛ (21.
12.97) αναπτέρωσε το ηθικό του Τούρκου Πρωθυπουργού, μετά τη διάψευση
των προσδοκιών του από την Ευρωπαϊκή Ενωση, και που τον ώθησε
να δηλώσει στο CNN ( 20.12.97) ότι "το μέλλον της
Τουρκίας βρίσκεται στη Δύση, στη συνεργασία της με το δυτικό
κόσμο".
[03] Προσέγγιση Μόσχας-Αγκυρας
Επίσκεψη στην Αγκυρα πραγματοποίησε ο Ρώσος Πρωθυπουργός κ.
Τσερνομίρντιν (15.12.97) όπου είχε επαφές με τον Πρόεδρο Ντεμιρέλ και
τον Πρωθυπουργό Γιλμάζ κυρίως για την προώθηση της οικονομικής
συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών.
Κατά την παραμονή του στην τουρκική πρωτεύουσα υπεγράφη η
συμφωνία πώλησης ρωσικού φυσικού αερίου, που θα καλύψει τις ανάγκες
της Τουρκίας για τα επόμενα 25 χρόνια. Ταυτόχρονα υπογράφηκαν
συμφωνίες για την αποφυγή της διπλής φορολογίας και την προώθηση των
επενδύσεων.
Πάντως , η επίσκεψη Τσερνομίρντιν δεν περιορίστηκε στην οικονομική
συνεργασία. Οπως προκύπτει από δήλωση του Πρωθυπουργού Γιλμάζ, στη
διάρκεια της κοινής συνέντευξης Τύπου με τον Ρώσο ομόλογό του (ΑΠΕ,
15.12.97), "ταυτόσιμες είναι οι απόψεις της Τουρκίας και της Ρωσίας
για την ανάπτυξη και των πολιτικών σχέσεων, παράλληλα με τις
οικονομικές και εμπορικές σχέσεις".
Σύμφωνα με δημοσίευμα της ΜΙΛΛΙΕΤ (16.12.97) κατά τη συνάντηση των
δύο Πρωθυπουργών, ο κ. Γιλμάζ επανέλαβε την τουρκική αντίδραση για
την πώληση των πυραύλων S-300 στη Λευκωσία, ενώ ο κ. Τσερνομίρντιν
αντέτεινε ότι οι πύραυλοι αυτοί δεν θα ανατρέψουν την υφιστάμενη
ισορροπία σε βάρος της Τουρκίας.
[Γ] ΒΑΛΚΑΝΙΑ
[04] Επικυρώθηκε απ' την Αλβανική Βουλή η συμφωνία αμυντικής
συνεργασίας με την Ελλάδα-Παρατείνεται η παραμονή του ελληνικού
τάγματος
Επικυρώθηκε στις 18 Δεκεμβρίου από το Αλβανικό Κοινοβούλιο η συμφωνία
αμυντικής συνεργασίας Ελλάδας-Αλβανίας και η παραμονή της ελληνικής
στρατιωτικής δύναμης στη γειτονική χώρα παρατείνεται για έξι ακόμα
μήνες.
Το σχετικό νομοσχέδιο, παρά τις αντιδράσεις του Προέδρου της
Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Αμυνας, βουλευτή του Δημοκρατικού Κόμματος
Αζέμ Χαϊντάρι, εγκρίθηκε από τη Βουλή με 64 ψήφους υπέρ, δύο κατά και
δύο αποχές.
Σύμφωνα με τον Χαϊντάρι, η νομιμοποίηση της παραμονής του ελληνικού
τάγματος στην Αλβανία αποτελεί "εξαιρετικά επικίνδυνο βήμα σε βάρος
της εθνικής κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας, αφού
η κίνηση αυτή της κυβέρνησης αποτελεί εθνική προδοσία του Φάτος Νάνο,
ο οποίος επιδιώκει να μετατρέψει την Αλβανία σε προτεκτοράτο της
Ελλάδας και θίγει ολόκληρο τον αλβανικό λαό".
Στο θέμα αυτό αναφέρθηκε και ο πρώην πρόεδρος Σαλί Μπερίσα, ο οποίος
σε συνέντευξη Τύπου (17.12) χαρακτήρισε ανεύθυνη την εξωτερική
πολιτική της κυβέρνησης και τόνισε ότι "οι δηλώσεις στην ιταλική
εφημερίδα για το προτεκτοράτο και η παραμονή της ελληνικής δύναμης
στην Αλβανία αποτελούν καρπό της ανευθυνότητας του Πρωθυπουργού
Νάνο".
Σύμφωνα με την εφημερίδα ALBANIA (18.12) ο Πρωθυπουργός Φάτος Νάνο
αποκάλεσε τους ισχυρισμούς Χαϊντάρι "σαπουνόφουσκες" και τόνισε ότι
"η Ελλάδα είναι χώρα της Ε.Ε. και κινείται στα πλαίσια της
συνεργασίας και των προγραμμάτων της Ε.Ε.".
Επεισόδια έξω από το Προξενείο
Επεισόδια σημειώθηκαν στις 17.12.97 έξω από το χώρο του ελληνικού
προξενείου στο Αργυρόκαστρο, χωρίς ευτυχώς να σημειωθούν
τραυματισμοί.
Σε ανακοίνωση που εξέδωσε το Προξενείο αναφέρται, μεταξύ άλλων,
ότι πλήθος ατόμων συγκεντρωμένων στα γραφεία του
Προξενείου Αργυροκάστρου, προκάλεσαν ένταση, η οποία κατέληξε
σε ριπές καλάσνικοφ από αγνώστους διερχόμενους.
Σε συνεργασία με την αλβανική αστυνομία αποκαταστάθηκε η τάξη και η
λειτουργία του προξενείου συνεχίζεται κανονικά.
Στο μεταξύ, αλλεπάλληλα επεισόδια σημειώνονται τα τελευταία 24ωρα στη
Νότιο Αλβανία και ιδιαίτερα στο Αργυρόκαστρο και οι τοπικές αρχές
ζήτησαν τη συνδρομή του Υπουργείου Εσωτερικών.
Η εφημερίδα "Κόχα Γιον" (17.12.97) υποστηρίζει ότι πίσω απ' τα
τελευταία γεγονότα στο Αργυρόκαστρο, τα οποία δεν είναι τυχαία,
κρύβονται ορισμένες δυνάμεις οι οποίες αποσκοπούν στην
αποσταθεροποίηση της κατάστασης στις Νότιες περιοχές.
Συμφωνίες με Ιταλία
Ενισχύονται οι πολιτικοί και οικονομικοί δεσμοί της Ιταλίας με την
Αλβανία, με τα πρωτόκολλα συνεργασίας και τις συμφωνίες που
υπεγράφησαν στα Τίρανα, στις 18 Δεκεμβρίου, κατά τη διάρκεια της
μονοήμερης επίσκεψης του Ιταλού υπουργού Εξωτερικών Λαμπέρτο Ντίνι.
Ο κ. Ντίνι συναντήθηκε με τον Πρωθυπουργό Φάτος Νάνο, τον Αλβανό
ομόλογό του Πασκάλ Μίλο, τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Ρετζέπ Μεϊντάνι
και τον Πρόεδρο του Δημοκρατικού Κόμματος Σαλί Μπερίσα.
Σύμφωνα με την κοινή δήλωση την οποία υπέγραψαν οι δύο υπουργοί
Εξωτερικών, η Ιταλία θα χρηματοδοτήσει, μέσα από τρία διαφορετικά
προγράμματα, την ανασυγκρότηση της αποδιοργανωμένης οικονομίας και
διάφορους τομείς του αλβανικού δημοσίου, ενώ μέρος των δανείων που θα
δοθούν αφορούν την ενίσχυση του ιδιωτικού τομέα και των μικρομεσαίων
επιχειρήσεων ειδικότερα.
Ο κ. Ντίνι τόνισε πως η Ιταλία θα χορηγήσει στην Αλβανία 317,2 δισ.
λιρέτες (περίου 52 δισ. δραχμές) για μια περίοδο τριών χρόνων και θα
παραχωρήσει τη μεγαλύτερη δυνατή βοήθεια στην προσπάθεια της Αλβανίας
να ενσωματωθεί στους ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Σχολιάζοντας την επίμαχη συνέντευξη Νάνο στην εφημερίδα "Λα
Ρεπούμπλικα" και ειδικά το σημείο περί προτεκτοράτου, ο κ. Ντίνι το
απέδωσε σε παρερμηνεία της εφημερίδας, λέγοντας ότι ο Αλβανός
Πρωθυπουργός εννοούσε τις σχέσεις των δύο χωρών, οι οποίες είναι
σε καλό επίπεδο και ουδέποτε αναφέρθηκε σε προτεκτοράτο της Ιταλίας.
Οσον αφορά το ζήτημα του Κοσσυφοπεδίου, ο επικεφαλής της ιταλικής
διπλωματίας δήλωσε ότι η Ρώμη υποστηρίζει το διάλογο για την επίλυση
του ζητήματος και πρόσθεσε πως αυτή ήταν και η άποψη που ο ίδιος
υποστήριξε σε πρόσφατη συνάντησή του με τον Πρόεδρο της
Γιουγκοσλαβίας Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς.
[05] Οι αμερικανικές δυνάμεις θα παραμείνουν στη Βοσνία και μετά τον
Ιούνιο του 1998- Ο Κλίντον επισκέπτεται το Σεράγεβο
Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Μπιλ Κλίντον, υποκύπτοντας στις πιέσεις των
Ευρωπαίων ηγετών, ανακοίνωσε στις 18 Δεκεμβρίου την πρόθεσή του
να παραμείνουν οι αμερικανικές δυνάμεις στη Βοσνία και μετά τον
Ιούνιο του 1998, οπότε και εκπνέει η θητεία της διεθνούς
σταθεροποιητικής δύναμης (SFOR).
Στην αρχή της ομιλίας του, ο κ. Κλίντον είπε ότι ο πόλεμος της
Βοσνίας απείλησε τα εθνικά συμφέροντα των ΗΠΑ, κινδύνευσε να εμπλέξει
συμμάχους των ΗΠΑ όπως η Ελλάδα και η Τουρκία και υπονόμευσε τις
προσπάθειες των ΗΠΑ για την οικοδόμηση μιας ειρηνικής και
δημοκρατικής Ευρώπης.
Αφού αναφέρθηκε στις επιτυχίες των δυνάμεων της SFOR, ο Κλίντον
είπε ότι μετά από εντατικές διαβουλεύσεις με τους συμμάχους των
ΗΠΑ αποφάσισε την παράταση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας
στη Βοσνία με τις εξής προϋποθέσεις:
*Η αποστολή θα πρέπει να φέρει αποτελέσματα, χωρίς συγκεκριμένη
προθεσμία αποχώρησης, αλλά με σαφείς στόχους.
*Η δύναμη θα πρέπει να μπορεί να διαθέτει τη δυνατότητα
αυτοπροστασίας και να περιέχει λιγότερους αμερικανούς στρατιώτες από
ό,τι στο παρελθόν, επαρκώς όμως εξοπλισμένους.
*Οι ΗΠΑ θα πρέπει να συνεχίσουν να ηγούνται αυτής της ειρηνευτικής
δύναμης.
*Οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι να αναλάβουν το μερίδιο της ευθύνης τους.
*Το κόστος να είναι εφικτό, και
*η όλη επιχείρηση να διαθέτει την υποστήριξη του Κογκρέσου και του
αμερικανικού λαού.
Η απόφαση αυτή έγινε δεκτή με ικανοποίηση απ' τις ευρωπαϊκές χώρες
και τη Ρωσία.
"Είναι πολύ καλή είδηση", δήλωσε ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών Ιμπέρ
Βεντρίν, ενώ ο Γερμανός υπουργός Αμυνας Φόλκερ Ρίε τόνισε ότι είναι
μια απόφαση σημαντική για την ειρήνη και για τους λαούς της περιοχής.
"Ολοι δεχόμαστε με ικανοποίηση την απόφαση Κλίντον, όλες οι χώρες-
μέλη του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ενωσης" τόνισε ανώτατος διπλωμάτης
από το Λουξεμβούργο.
Απ' την πλευρά του ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Γεβγένι Πριμακόφ
κατέστησε σαφές ότι η Ρωσία θα μετάσχει στην υπό συγκρότηση νέα,
πολυεθνή δύναμη στη Βοσνία, εφόσον παραταθεί η θητεία της. "Αν ληφθεί
η απόφαση, εμείς θα μετάσχουμε" τόνισε ο Πριμακόφ και πρόσθεσε ότι
"είναι αναγκαία εξέλιξη" (ΑΠΕ 19.12).
Στο μεταξύ, ο Πρόεδρος Κλίντον τη Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου θα επισκεφθεί
το Σεράγεβο, όπου θα έχει συνομιλίες με τον Βόσνιο Πρόεδρο Αλία
Ιζετμπέγκοβιτς και την Πρόεδρο της Σερβικής Δημοκρατίας της Βοσνίας
Μπιλιάνα Πλάβσιτς.
Απ' τη βοσνιακή πρωτεύουσα ο κ. Κλίντον θα μεταβεί στην Τούζλα, στο
βόρειο τμήμα της χώρας, όπου θα έχει ενημερωτική συνάντηση με
τους Αμερικανούς στρατιωτικούς διοικητές στην περιοχή και θα
παρακαθήσει σε γεύμα με τους Αμερικανούς στρατιώτες που υπηρετούν
εκεί.
Σύλληψη Κροατών για εγκλήματα πολέμου
Σε μια επιχείρηση αστραπή, Ολλανδοί στρατιώτες της υπό νατοϊκή
διοίκηση ειρηνευτικής δύναμης (SFOR) συνέλαβαν στις 18 Δεκέμβρη στην
κεντρική Βοσνία δύο Κροατοβόνσιους, καταζητούμενους απ' το Διεθνές
Δικαστήριο της Χάγης για εγκλήματα πολέμου.
Η επιχείρηση αυτή αποτελεί σαφή ένδειξη της νέας, πιο σκληρής γραμμής
που θα ακολουθήσει το ΝΑΤΟ στην προσπάθεια διαφύλαξης της ειρήνης στη
Βοσνία. Επίσης, αποτελεί και ένα μήνυμα προς τον πρώην ηγέτη των
Σερβοβόσνιων Ράντοβαν Κάρατζιτς, για τον οποίο έχει εκδοθεί ένταλμα
σύλληψης απ' το Δικαστήριο της Χάγης.
"Η ενέργεια αυτή της SFOR αποτελεί μια προειδοποίηση προς όλους που
βαρύνονται με κατηγορίες για εγκλήματα πολέμου και διαφεύγουν τη
σύλληψη, ότι τελικά θα συλληφθούν και πρέπει να ενεργήσουν αμέσως
προκειμένου να παραδοθούν αυθόρμητα", δήλωσε στις 19.12 ο
Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Χαβιέρ Σολάνα, φθάνοντας στη Βοσνία,
όπου είχε συνομιλίες με την Πλάβσιτς και τον ανώτατο αντιπρόσωπο της
διεθνούς κοινότητας για τη Βοσνία Κάρλος Βέστεντορπ.
"Η υποχρέωση παράδοσης των κατηγορουμένων για εγκλήματα πολέμου
αποτελεί πολιτική ευθύνη των κομμάτων. Εάν τα κόμματα δεν
συνεργαστούν με το Διεθνές Δικαστήριο, τότε η SFOR θα πράξει το
καθήκον της" τόνισε ο Σολάνα.
Πάντως, η νατοϊκή αυτή ενέργεια προκάλεσε την αντίδραση της Μόσχας,
η οποία έκανε λόγο για "καουμπόϊκες μεθόδους" που απειλούν ολόκληρη
την ειρηνευτική διαδικασία στην περιοχή.
Ο εκπρόσωπος του ρωσικού Υπουργείου Εξωτερικών Βαλέρι Νεστερούσκιν
τόνισε ότι οι ενέργειες αυτές της SFOR εξέρχονται των ορίων της
εντολής που της έχει δώσει το Συμβούλιο Ασφαλείας και πρόσθεσε ότι η
Μόσχα είναι αντίθετη σε οποιεσδήποτε μονομερείς ενέργειες, για τις
οποίες δεν προτίθεται να αναλάβει ευθύνη.
Στο Βελιγράδι, ο εθνικιστής ηγέτης Βόϊτσλαβ Σέσελι κατήγγειλε ότι
η σύλληψη των δύο Κροατών της Βοσνίας είναι "στάχτη στα μάτια
της κοινής γνώμης" και πρόσθεσε ότι το Κόμμα του "δεν έχει
καμία εμπιστοσύνη στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης για την
πρώην Γιουγκοσλαβία, γιατί ο θεσμός αυτός είναι
πολιτικός και όχι δικαστικός".
Nέος Πρόεδρος στη Σερβία
Μετά από ένα μαραθώνιο εκλογικών αναμετρήσεων, ο σερβικός λαός
απέκτησε την Κυριακή 21 Δεκέμβρη το νέο του Πρόεδρο.
Πρόκειται για τον υποψήφιο του Σοσιαλιστικού Κόμματος και στενό
συνεργάτη του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς, τον Μίλαν Μιλουτίνοβιτς, ο
οποίος επικράτησε στο δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών του
υπερεθνικιστή αντιπάλου του Βόϊτσλαβ Σέσελι.
Η κεντρική εκλογική επιτροπή επιβεβαίωσε τη νίκη του Μιλουτίνοβιτς
και παράλληλα ανακοίνωσε ότι ο δεύτερος γύρος των επαναληπτικών
εκλογών ήταν έγκυρος γιατί το ποσοστό συμμετοχής έφτασε στο 50,53%.
Με καταμετρημένο το 98% των ψήφων ο Μιλουτίνοβιτς εξασφάλισε το 59,
68% έναντι 37,24% που συγκέντρωσε ο Σέσελι.
Πάντως, ο Σέσελι αμφισβητεί ότι ηττήθηκε απ' τον Μιλουτίνοβιτς και
ζητά την ακύρωση των εκλογών, ενώ το κόμμα του, το Σερβικό
Ριζοσπαστικό Κόμμα, σε ανακοίνωσή του κατηγορεί τους Σοσιαλιστές για
μαζική εκλογική νοθεία, κυρίως στην περιοχή του Κοσσυφοπεδίου.
[06] ΓΚΛΙΓΚΟΡΟΦ: Παραμένουμε συνεπείς στην προάσπιση του νόμιμου
ονόματός μας
Τις πάγιες θέσεις της χώρας του γύρω από το θέμα του ονόματος
επανέλαβε ο Πρόεδρος της ΠΓΔΜ Κίρο Γκλιγκόροφ, μιλώντας στις 16
Δεκέμβρη στο Κοινοβούλιο με την ευκαιρία του ετήσιου απολογισμού του
έργου της Προεδρίας.
Ο κ. Γκλιγκόροφ, αφού επεσήμανε ότι η χώρα του είναι υπέρ των καλών
σχέσεων με όλους τους γείτονες, τόνισε ότι το ζήτημα του ονόματος
επιδρά αρνητικά στις σχέσεις με την Ελλάδα, ενώ συγχρόνως προσελκύει
και την ευρεία διεθνή προσοχή.
Στη συνέχεια ο Σκοπιανός Πρόεδρος αναφέρθηκε στη γνωστή πρόταση που
κατέθεσε η χώρα του, λέγοντας ότι "προτείναμε γραπτώς πρώτον στον ΟΗΕ
και ευρύτερα διεθνώς η χώρα μας να αποκαλείται με το συνταγματικό της
όνομα "Δημοκρατία της Μακεδονίας και δεύτερον λόγω της διαφοράς που
απορρέει από την ελληνική θέση, βάσει των διμερών συνομιλιών, να
καθοριστεί ένα όνομα το οποίο θα χρησιμοποιεί μόνο η Ελλάδα. Με την
πρότασή μας αυτή παραμένουμε συνεπείς στην προάσπιση του νόμιμου
ονόματός μας".
Ακολούθως ο κ. Γκλιγκόροφ πρόσθεσε ότι μέχρι τώρα η ελληνική πλευρά
συμπεριφέρεται αρνητικά απέναντι στην πρόταση αυτή, ενώ δεν παρέλειψε
να τονίσει ότι τα αποτελέσματα της ενδιάμεσης συμφωνίας της Νέας
Υόρκης ήταν ικανοποιητικά στη διεύρυνση της οικονομικής συνεργασίας,
στην ανάπτυξη του τουρισμού και στις επενδυτικές δραστηριότητες.
Αναφερόμενος στη Διαβαλκανική της Κρήτης και στη συνάντησή του με τον
Πρωθυπουργό κ. Σημίτη, ο Γκλιγκόροφ είπε ότι οι συνομιλίες έγιναν σε
μια εποικοδομητική ατμόσφαιρα και δίνουν την ελπίδα ότι μεταξύ των
δύο χωρών αρχίζει η διαδικασία εντατικότερης επικοινωνίας και
μεγαλύτερης κατανόησης.
Πάντως, ο Πρόεδρος Γκλιγκόροφ στην ομιλία του υπογράμμισε ότι η
συνέχιση της διένεξης γύρω από το όνομα δρα περιοριστικά σε
ορισμένες μορφές συνεργασίας, κυρίως σε διεθνή κλίμακα και
ειδικότερα στη συνεργασία της ΠΓΔΜ με την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Από την άλλη πλευρά, συνέχισε, αυτό πιθανόν να υποθάλψει
απραγματοποίητες προσδοκίες ότι θα υποκύψουμε σε κάποια πίεση και θα
παραιτηθούμε από τα στοιχειώδη εθνικά συμφέροντα.
Οσον αφορά τις σχέσεις με τη Βουλγαρία, ο κ. Γκλιγκόροφ τόνισε ότι
αυτές παρουσιάζουν στασιμότητα, λόγω του ότι η Βουλγαρία αρνείται να
υπογράψει τις διακρατικές συμφωνίες και στη "μακεδονική" γλώσσα.
Στην ίδια ομιλία ο Γκλιγκόροφ αναφέρθηκε και στη "μακεδονική"
μειονότητα που ζει στις γειτονικές χώρες, λέγοντας ότι αυτή αποτελεί
πρόβλημα των ίδιων των χωρών στις οποίες βρίσκεται και ότι η ίδια η
μειονότητα θα πρέπει να διεκδικεί τη λύση των προβλημάτων της με βάση
τα διεθνή στάνταρντ και τις διεθνείς συμβάσεις.
Πάντως, για πρώτη φορά δημόσια ο Πρόεδρος της ΠΓΔΜ τόνισε ότι η χώρα
του έχει "δικαίωμα και υποχρέωση να θέτει στους διεθνείς οργανισμούς
το θέμα της προστασίας των δικαιωμάτων της μειονότητας και να
τάσσεται αλληλέγγυα με το τμήμα του μακεδονικού λαού που κατοικεί
στις γειτονικές χώρες".
Αντίμετρα για τις βίζες
Από τις 12 Ιανουαρίου του 1998 οι αρχές των Σκοπίων δεν θα εκδίδουν
βίζες για τους Ελληνες πολίτες στις μεθοριακές διαβάσεις.
Αυτό ανακοίνωσε στις 15.12 ο κυβερνητικός εκπρόσωπος των Σκοπίων
Ζόραν Ιβάνοφσκι, ο οποίος διευκρίνησε ότι η κυβέρνηση της χώρας του
υπήρξε αρκετά ανεκτική. Αυτό το μέτρο αμοιβαιότητας είναι αποτέλεσμα
της απόφασης των ελληνικών αρχών να μην χορηγούν από την 1η Νοεμβρίου
βίζα στα σύνορα στους πολίτες της ΠΓΔΜ.
Οπως είναι γνωστό, με βάση την ενδιάμεση συμφωνία και τα πρωτόκολλα 1
και 2 η έκδοση βίζας στις μεθοριακές διαβάσεις ίσχυε μέχρι το άνοιγμα
των γραφείων σύνδεσης στα Σκόπια και την Αθήνα.
[Δ] ΜΕΣΗ ΑΝΑΤΟΛΗ
[07] Συνομιλίες Ολμπράιτ με Νετανιάχου και Αραφάτ για την ειρήνη στη
Μ.Ανατολή
Οι συνομιλίες που είχε η Αμερικανίδα υπουργός Εξωτερικών Μαντλίν
Ολμπράιτ, επί ευρωπαϊκού εδάφους, με τον Ισραηλινό Πρωθυπουργό
Μπένιαμιν Νετανιάχου πρώτα και με τον Παλαιστίνιο ηγέτη Γιάσερ Αραφάτ
έπειτα, είναι το θέμα που ξεχωρίζει στην ειδησεογραφία της εβδομάδας
γύρω από το παλαιστινιακό ζήτημα.
Η ίδια η κ. Ολμπράιτ, σε δηλώσεις της μετά το πέρας των συνομιλιών
της με τον Ισραηλινό Πρωθυπουργό στο Παρίσι, χαρακτήρισε τις
συνομιλίες "ευχάριστες", αρνήθηκε όμως να υπεισέλθει σε λεπτομέρειες
ως προς το περιεχόμενό τους.
Από την πλευρά του ο κ. Νετανιάχου, ο οποίος προσήλθε στις συνομιλίες
χωρίς να προσκομίσει συγκεκριμένο σχέδιο της επόμενης φάσης
αναδιάταξης των ισραηλινών στρατευμάτων στη Δυτική Οχθη, περιορίστηκε
να αναφερθεί μόνο στις αντιδράσεις και τις επικρίσεις που δέχεται από
μέλη της κυβέρνησής του για τις συνομιλίες.
Ο κ. Νετανιάχου χαρακτήρισε αδικαιολόγητες τις επικρίσεις και τόνισε:
"Είμαι προσηλωμένος στην ειρηνευτική διαδικασία" (ΑΠΕ-Ρόιτερ, 18.12.
97).
Μετά το Παρίσι, η Αμερικανίδα υπουργός Εξωτερικών μετέβη στο Λονδίνο,
όπου συναντήθηκε και συνομίλησε με τον Παλαιστίνιο ηγέτη Γιάσερ
Αραφάτ. Η κ. Ολμπράιτ, μετά το πέρας των συνομιλιών, δήλωσε ότι θα
εισηγηθεί στον Πρόεδρο των ΗΠΑ Μπιλ Κλίντον, να πραγματοποιήσει
συναντήσεις με τον Πρωθυπουργό του Ισραήλ αλλά και με τον ηγέτη των
Παλαιστινίων στην Ουάσιγκτον, τον ερχόμενο Ιανουάριο.
Αλλά και ο ίδιος ο κ. Αραφάτ, δήλωσε ότι ενδέχεται να συναντηθεί με
τον Πρωθυπουργό του Ισραήλ, με σκοπό να αρθεί το αδιέξοδο στην
αποτελματωμένη ειρηνευτική διαδικασία. Ο κ. Αραφάτ συμπλήρωσε όμως,
ότι οι συνομιλίες με τον κ. Νετανιάχου πρέπει να γίνουν παρουσία
τρίτης πλευράς, η οποία, πιθανόν, να είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες (
ΑΠΕ-Ρόιτερ-Γαλ. Πρακτ.-Γερμ.Πρακτ., 18.12.97).
O Πρωθυπουργός του Ισραήλ όμως, μετά τη συνάντησή του με την
Αμερικανίδα υπουργό Εξωτερικών κ. Ολμπράιτ, μετέβη και στο
Λουξεμβούργο, όπου είχε συνάντηση με την Προεδρία της Ευρωπαϊκής
Ενωσης, τους κ.κ. Ζούνκερ και Πόος.
Οπως αναφέρεται στην εφημερίδα TEGEBLATT του Λουξεμβούργου, ο
Ισραηλινός Πρωθυπουργός "ήλθε με άδεια χέρια και έφυγε με άδεια
χέρια". Κατά το δημοσίευμα, οι τρεις άνδρες συζήτησαν επί μακρόν για
την εξέλιξη των διαπραγματεύσεων στην περιοχή, καθώς και για το
οριστικό καθεστώς, το περίγραμμα του οποίου διαγράφεται τόσο δύσκολα,
και διαπίστωσαν ότι μέχρι τα μέσα Ιανουαρίου, οπότε θα κάνει γνωστές
τις προτάσεις της η τόσο διηρημένη στο ζήτημα αυτό ισραηλινή
κυβέρνηση, δεν πρόκειται να υπάρξει καμιά κίνηση.
Το μήνυμα, σημειώνει η εφημερίδα, ήταν ξεκάθαρο και φαίνεται ότι ο κ.
Νετανιάχου το αντιλήφθηκε.
Στο μεταξύ, ο υπουργός Δημόσιας Ασφάλειας του Ισραήλ
Αβιγκντόρ Καχαλάνι,μιλώντας στον Ισραηλινό Ραδιοσταθμό (18.12.97),
δήλωσε ότι ο Πρωθυπουργός της χώρας Μπένιαμιν Νετανιάχου
προτίθεται να επιστρέψει στους Παλαιστινίους άλλο 10% των
κατεχόμενων εδαφών.
Εξάλλου, όπως είχαν μεταδώσει λίγες μέρες νωρίτερα (15.12.97) τα
ειδησεογραφικά Πρακτορεία Αθηναϊκό και Γαλλικό, ο Αμερικανός
υφυπουργός Εξωτερικών, αρμόδιος για θέματα της Μέσης Ανατολής, Μάρτιν
Ιντικ, είχε δηλώσει από την Ιερουσαλήμ, όπου βρισκόταν για συνομιλίες
με τον Ισραηλινό υπουργό Εξωτερικών Νταβίντ Λαβί, ότι η χώρα του
ελπίζει να δει το Ισραήλ να παρουσιάζει, έως τον Ιανουάριο, ένα
σχέδιο στρατιωτικής αναδιάταξης στη Δυτική Οχθη.
[08] Ενίσχυση της στρατιωτικής της συνεργασίας με Αίγυπτο επιδιώκει η
Τουρκία
Την ενίσχυση της στρατιωτικής της συνεργασίας με την Αίγυπτο
επιδιώκει η Τουρκία, ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου των Ενόπλων
Δυνάμεων της οποίας Ισμαήλ Χακί Καρανταγί, επισκέφθηκε το Κάιρο
προσκεκλημένος της αιγυπτιακής στρατιωτικής ηγεσίας.
Ο κ. Καρανταγί προσπάθησε , όπως μετέδωσε η Deutsche Welle (16.12.
97) σε ανταπόκρισή της από την αιγυπτιακή πρωτεύουσα, να καθησυχάσει
τους φόβους της κυβέρνησης της Αιγύπτου που προκύπτουν από τη
στρατιωτική συμμαχία Τουρκίας-Ισραήλ.
Στην ίδια ανταπόκριση υπενθυμίζεται ότι η Αίγυπτος είναι μια από τις
χώρες, μαζί με τη Συρία και το Ιράν, που επανειλημμένα επέκρινε την
ανάπτυξη στενής συνεργασίας στο στρατιωτικό τομέα, ανάμεσα στην
Τουρκία και το εβραϊκό κράτος.
Ο κ. Καρανταγί δήλωσε πάντως, ότι είναι υπέρ της στρατιωτικής
συνεργασίας ανάμεσα στην Αίγυπτο και την Τουρκία, και αποδίδει μεγάλη
σημασία στους τομείς της πολεμικής βιομηχανίας και της εκπαίδευσης
(ΑΠΕ-Γαλ. Πρακτ., 18.12.97).
[09] Αμετακίνητο το Ιράκ στη θέση του- απειλές από ΗΠΑ και Συμβούλιο
Ασφαλείας
Η "κόντρα" μεταξύ του Ιράκ, από τη μια μεριά, και των ΗΠΑ, κατά
κύριολόγο, και κατ' επέκταση, του Συμβουλίου Ασφαλείας από την άλλη,
γύρω από το θέμα του ελέγχου σε ορισμένες προεδρικές περιοχές,
συνεχίστηκε και αυτή την εβδομάδα. Κυρίαρχο στοιχείο αυτής της
διαμάχης ήταν η εμμονή του Ιράκ στην άρνησή του να επιτρέψει την
πρόσβαση των επιθεωρητών στο Ιράκ στις εν λόγω περιοχές, και οι
προειδοποιήσεις, σε βαθμό απειλής, των ΗΠΑ και του Συμβουλίου
Ασφαλείας ότι θα καταφύγουν και σε άλλα μέτρα κατά της Βαγδάτης,
εφόσον συνεχίσει να εμμένει στην αρνητική της θέση.
Συγκεκριμένα, ο Αμερικανός υπουργός Αμυνας Ουίλιαμ Κόεν, δήλωσε στο
αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο CBS, στην Ουάσιγκτον (21.12.97), ότι
"το Συμβούλιο Ασφαλείας πρέπει να στείλει ένα σαφές μήνυμα στο Ιράκ,
μετά την άρνηση της Βαγδάτης να επιτρέψει στους αρμόδιους για τον
αφοπλισμό του Ιράκ επιθεωρητές του ΟΗΕ την πρόσβαση σε ορισμένες
προεδρικές περιοχές".
Ο κ. Κοέν υπενθύμισε ότι ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Μπιλ Κλίντον ακολουθεί
για την ώρα τη διπλωματική οδό για την επίλυση της κρίσης με το Ιράκ,
αλλά δεν έχει αποκλείσει το ενδεχόμενο να ενεργήσουν οι ΗΠΑ είτε
διμερώς, είτε πολυμερώς ή, ακόμη, και μονομερώς.
Είχε προηγηθεί η παρουσίαση στο Συμβούλιο Ασφαλείας της έκθεσης του
επικεφαλής της Ειδικής Επιτροπής του ΟΗΕ για τον αφοπλισμό του Ιράκ
(UNSCOM) Ρίτσαρντ Μπάτλερ, σύμφωνα με την οποία η Βαγδάτη αρνιόταν
κατηγορηματικά να επιτρέψει την επιθεώρηση των προεδρικών μεγάρων
(18.12.97).
Ο ίδιος ο κ. Μπάτλερ, σε ανακοίνωσή του είχε κάνει γνωστή την υποψία
του πως απαγορευμένα όπλα βρίσκονται κρυμμένα στα αποκαλούμενα
προεδρικά μέγαρα του Ιράκ, στα οποία περιλαμβάνονται παλάτια και
κυβερνητικά κτίρια (ΑΠΕ-Γαλλ. Πρακτ.-Ρόιτερ 19.12.97).
Η εμμονή της Βαγδάτης να αρνείται την είσοδο των επιθεωρητών του ΟΗΕ
στα Προεδρικά Μέγαρα, προκάλεσε παρέμβαση του ίδιου του Γενικού
Γραμματέα του διεθνούς οργανισμού Κόφι Ανάν, ο οποίος δήλωσε με
έμφαση ότι από τη στάση αυτή του Ιράκ προκύπτει το ενδεχόμενο να
χρειασθεί το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ να αποφασίσει τη λήψη
περαιτέρω μέτρων κατά της χώρας του Σαντάμ.
Από την πλευρά του, ο αντπρόεδρος της ιρακινής κυβέρνησης Ταρέκ Αζίζ
κατηγόρησε τον επικεφαλής των επιθεωρητών του ΟΗΕ Ρίτσαρντ Μπάτλερ
για "άστοχες και ανακριβείς" δηλώσεις σχετικά με απαγορευμένα όπλα,
τα οποία είναι κρυμμένα στις λεγόμενες προεδρικές περιοχές
(ΑΠΕ-Ρόιτερ-Γαλλ. Πρακτ 20.12.97).
Αξιοσημείωτη εξάλλου είναι η νέα παρέμβαση της Ρωσίας στο όλο ζήτημα.
Η παρέμβαση σημειώθηκε με τις δηλώσεις του Ρώσου υπουργού Εξωτερικών
Γεβγένι Πριμακόφ, σύμφωνα με τις οποίες η μεγάλη πλειοψηφία του
κόσμου αντιτίθεται στη χρήση βίας σε βάρος του Ιράκ, με το πρόσχημα
ότι εμποδίζει το έργο των επιθεωρητών των Ηνωμένων Εθνών.
Στο μεταξύ, όπως μεταδίδουν τα διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία
Αθηναϊκό, Ρόιτερ και Γερμανικό (21.12.97), επιτυχή κατάληξη είχαν οι
συνομιλίες ανάμεσα στην κυβέρνηση της Βαγδάτης και τα Ηνωμένα Εθνη
για το σχέδιο της διανομής της βοήθειας, στο πλαίσιο της συμφωνίας
"πετρέλαιο αντί τροφίμων".
Αυτό ανακοίνωσε ο Ιρακινός υπουργός Εμπορίου Μοχάμεντ Μέχντι Σαλέχ,
στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου σχετικά με το συγκεκριμένο θέμα.
|