Compact version |
|
Wednesday, 4 December 2024 | ||
|
Το Συνέδριο του Ταϊγάν το 1917 και το Συνέδριο του Γελεντζίκ το 1991.του Βλάση ΑγτζίδηΤο Συνέδριο των Ελλήνων της πρώην Σοβιετικής Ενωσης στο Γελεντζίκ έφερε στη μνήμη ένα άλλο Συνέδριο των Ελλήνων, που έλαβε χώρα 73 χρόνια πριν στο Ταϊγάνιον (Τανγανρόκ), λίγα χιλιόμετρα βορειότερα. Το ιστορικό πλαίσιο και στα δύο συνέδρια χαρακτηρίζεται από την πτώση των αυτοκρατορικών καθεστώτων, τσαρικό και κομμουνιστικό αντίστοιχα, την δημοκρατική ευφορία και την ευαισθησία για τα δικαιώματα των μικρών εθνών. Ο ελληνικός πληθυσμός των δύο αυτών περιόδων είναι περίπου ίδιος. Η Ελλάδα ασκεί έλξη και στις δύο περιόδους στους ελληνικούς πληθυσμούς. Την πρώτη περίοδο λόγω της Μεγάλης Ιδέας και των πρόσφατων νικών της στους βαλκανικούς πολέμους, που επέτεψαν την ενσωμάτωση των νέων χωρών σ αυτήν. Το 1991 η έλξη που ασκεί η Ελλάδα σχετίζεται με το δημοκρατικό της πολίτευμα, την σταθερή οικονομία και την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Και στις δύο περιόδους η Ελλάδα φαντάζει ως ο σταθερός πόλος που μπορεί να εγγυηθεί τα δικαιώματα των ελληνικών πληθυσμών της Ρωσίας και να βοηθήσει έμπρακτα το ελληνικό κίνημα που αναπτύσσεται το 1917 στην πρώην τσαρική αυτοκρατορία και το 1991 στην πρώην Σοβιετική Ενωση. Η αρχική ιδέα σύγκλισης Πανελλήνιου Συνεδρίου στο Ταγκανρόκ ανήκε στην Ελληνική Κοινότητα του Βατούμι. Στο Συνέδριο παίρνουν μέρος εκπρόσωποι από τις όλες τις ελληνικές κοινότητες της εκπεσούσης ρωσικής αυτοκρατορίας καθώς και αντιπρόσωποι της Εκτελεστικής Επιτροπής των Ελλήνων της Υπερκαυκασίας που έχει έδρα στην Τιφλίδα και της Εκτελεστικής Επιτροπής του Ελληνικού Περιφερειακού Συνδέσμου Καρς. Οι δύο τελευταίοι εκπροσωπούν πληθυσμό 120.000 ατόμων. Στο Συνέδριο του Τανγκανρόκ κάνουν πολιτική παρέμβαση δύο οργανωμένες ομάδες Ελλήνων με συγκεκριμένες προτάσεις για την επίλυση τόσο του ελληνικού ζητήματος όσο και για τις εσωτερικά κοινωνικά προβλήματα της Ρωσίας. Το Ελληνικό Δημοκρατικό Κόμμα του Βατούμι και οι αντιπρόσωποι από το Ροστόβ με μερικούς από την Οδησσό, οι οποίοι εκδίδουν φυλλάδιο με τίτλο "Ολίγα περί του ελληνικού ζητήματος". Τελικά μετά από παρέμβαση, της Ελληνικής Πρεσβείας της Πετρούπολης, το Συνέδριο δεν συζητά θέματα που άπτονται της εσωτερικής πολιτικής της Ρωσίας. Υπάρχει εκτίμηση ότι η παρέμβαση στα εσωτερικά της Ρωσίας θα έβλαπτε τους μακροπρόθεσμους εθνικούς στόχους. Η γραμμή που προτείνει η ελληνική πρεσβεία μέσω του απεσταλμένου της Στελλάκη, ο οποίος θεωρείται καλός γνώστης του χώρου, υπαγορεύεται από την ανάγκη να φανούν οι ελληνικές κοινότητες της Ρωσίας ενωμένες και συμπαγείς, ώστε να επιδιώξουν προνομιακό καθεστώς για τις περιοχές του μικρασιατικού Πόντου, οι οποίες θα εντάσσονταν στο ρωσικό κράτος μετά το τέλος του πολέμου. Εβδομήντα τρία χρόνια αργότερα, οι οργανωτές και οι σύνεδροι στο Γελεντζίκ αγνοούν πλήρως τα όσα είχαν διαδραματιστεί στο Ταϊγάν. Οι δεκαετίες που μεσολάβησαν είχαν αλλάξει πλήρως τις συνθήκες. Ο ελληνισμός είχε ηττηθεί στην Μικρά Ασία και στην Ρωσία είχε επιβληθεί το σοβιετικό καθεστώς. Οι πρωταγωνιστές του συνεδρίου του Ταϊγάν διέφυγαν στην πλειοψηφία τους στην Ελλάδα. Η ιστορική μνήμη, όσον αφορούσε τον αγώνα του ελληνισμού στην Μαύρη Θάλασσα για αυτοδιάθεση, έσβησε από την πολιτική του καθεστώτος. Οι σταλινικοί διωγμοί ολοκλήρωσαν την διαδικασία αυτή. Ομως παρ' όλο που υπάρχει το χάσμα και η ασυνέχεια μεταξύ των δύο συνεδρίων, οι προβληματισμοί που ακούστηκαν στο Γελεντζίκ θύμιζαν πολύ τους προ 73ετίας προβληματισμούς για την μοίρα του ελληνισμού. Στο Ταϊγάν όλοι οι Ελληνες εντάσσονται οργανωτικά στον "Σύνδεσμο των εν Ρωσία Ελλήνων", ο οποίος διοικείται από οκταμελή επιτροπή, το οποίο ονομάζεται Κεντρικό Εκτελεστικού Συμβούλιο. Εδρα ορίζεται το Ροστόβ επί του Ντον. Ο Σύνδεσμος στηρίζεται σε περιφερειακά διοικητικά συμβούλια, τα οποία εκλέγονται από τους αντιπροσώπους των κοινοτήτων. Εντοπίζει το γλωσσικό πρόβλημα των 650.000 Ελλήνων της Ρωσίας, οι μισοί από τους οποίους αγνοούν την μητρική τους γλώσσα. Στο συνέδριο του Ταϊγάν εκφράζεται η αγωνία για την κατάσταση αυτή και ζητά την δημιουργία ελληνικών σχολείων και την ελληνοποίηση των ρωσικών που υπάρχουν στα ελληνικά χωριά. Στο συνέδριο του Ταϊγάν τίθεται από συνέδρους το ζήτημα της αυτοδιοίκησης των ελληνικών κοινοτήτων. Ειδικά οι αντιπρόσωποι του Ροστόβ θεωρούσαν ότι η μόνη σωστή επίλυση του ελληνικού ζητήματος στη Ρωσία είναι η αυτονόμηση των περιοχών που κατοικούνται από συμπαγή ελληνικό πληθυσμό. Δεν πάρθηκε τελικά καμμιά απόφαση για την Αυτονομία στο συνέδριο του Ταϊγάν, γιατί μετά από επέμβαση της ελληνικής πρεσβείας, η οποία δεν ήθελε εκείνη την περίοδο να διαταράξει τις σχέσεις της με την Ρωσία, δεν περιλήφθηκε το θέμα αυτό στις τελικές αποφάσεις. Το Συνέδριο του Ταϊγάν ζητά από την ελληνική κυβέρνηση "...της φιλτάτης πατρίδος" να "...έλθει αρωγός εις τα σχολεία μας" να βοηθήσει στη δημιουργία βιβλιοθηκών ώστε να αναγεννηθεί πνευματικά ο ελληνισμός της Ρωσίας. Το Συμβούλιο του Συνδέσμου ζητά να λυθεί το ζήτημα των ελληνικών περιουσιών που είχαν κατασχεθεί από τις άλλες εθνότητες. Με άλλο υπόμνημα θέτει το ζήτημα της παλινόστησης των προσφύγων στον μικρασιατικό Πόντο ή τη μετανάστευσή τους στην Ελλάδα, στις "νέες ελληνικές χώρες" όπως αναφέρει. Ζητά επίσης τη σύσταση ελληνικών προξενείων στις περιοχές που βρίσκεται συμπαγής ελληνισμός. Οι εκφράσεις "αναγέννηση του ελληνισμού", "αυτονομία- αυτοδιοικήση", "μετανάστευση", "ενεργότερη παρουσία της Ελλάδας", "ανάπτυξη της ελληνικής παιδείας" είναι κοινές και στα δύο Συνέδρια. Ομοιότητα παρουσιάζουν και τα προβλήματα ενότητας στους κόλπους των ελληνικών οργανώσεων. Η έκκληση του Γαβριήλ Ποπόφ στο Γελεντζίκ το 1991: "Πρέπει να βρούμε την αποφασιστικότητα να είμαστε ενωμένοι, γιατί μόνο ενωμένοι μπορούμε να ελπίσουμε σε κάποια αποτελέσματα", μοιάζει πολύ με την έκκληση του 1917 που απευθύνει το Κεντρικό Εκτελεστικό Συμβουλίο στις ελληνικές κοινότητες: "...θεωρούμεν απαραίτητον να συστήσωμεν υμίν ως στοιχειώδες εθνικόν καθήκον πλήρη ομόνοιαν και σύμπραξιν, διότι τότε μόνον είναι δυνατόν να στεφθεί υπό επιτυχίας το μέγιστον εθνικόν έργον...". Ελληνισμός: [Διασπορά] [Πρώην ΣΣΔ] [Μικρά Ασία] [Τουρκία] [Βόρειος Ήπειρος] [Πόντος] |