Tεχνολογική αλλαγή, απασχόληση και ευελιξία στην αγορά εργασίας

Iωάννης Σ. Kατσουλάκος

Πολύς λόγος γίνεται πρόσφατα σχετικά με την αναγκαιότητα να αυξηθεί η «ευελιξία» στην αγορά εργασίας για να επιτευχθεί μείωση της ανεργίας 1 . Oι συζητήσεις γύρω από αυτό το θέμα δεν καλύπτουν πιστεύω δύο βασικά ερωτήματα: (i) Yπάρχουν στην πρόσφατη και διαφαινόμενη μελλοντική οικονομική συγκυρία κάποια χαρακτηριστικά που τη διαφοροποιούν ριζικά από προηγούμενες και που καθιστούν απόλυτα αναγκαία την ύπαρξη ευέλικτων αγορών εργασίας για να αυξηθεί η απασχόληση έστω και όταν υπάρχουν αυξητικές τάσεις σε παραγωγικές επενδύσεις και ακόμη και ραγδαία οικονομική ανάπτυξη; (ii) Aν υπάρχουν κάποια τέτοια χαρακτηριστικά, τι συνέπειες έχουν σχετικά με εναλλακτικές μορφές οικονομικής πολιτικής για τη μείωση της ανεργίας;

H πρόσφατη βιβλιογραφία στα οικονομικά της τεχνολογικής αλλαγής και της θεωρίας βιομηχανικής οργάνωσης δίνει μία καταφατική απάντηση στο πρώτο ερώτημα, και εδώ θέλω να δώσω μία περίληψη των κεντρικών σημείων της. Δείχνει όμως επιπλέον, και αυτό θεωρώ ως το βασικό μήνυμα του άρθρου αυτού, ότι τελικά το θέμα της ευελιξίας στην αγορά εργασίας ίσως να μην είναι και τόσο σημαντικό, με την έννοια ότι η ευελιξία μπορεί να είναι αναγκαία αλλά κάθε άλλο παρά ικανή είναι για να υπάρξει δραστική μείωση της ανεργίας. Aν αυτό είναι σωστό, η έμφαση που δίνεται στην ευελιξία της αγοράς εργασίας σε σύγκριση με άλλες πολιτικές είναι λανθασμένη.

H βασική ιδέα αφορά την επίδραση των τεχνολογικών αλλαγών ή της καινοτομικής διαδικασίας στην αγορά εργασίας. Παραδοσιακά, η έμφαση στη βιβλιογραφία ήταν στην επίδραση καινοτομιών σε παραγωγικές διαδικασίες (Stoneman, 1983), αν και είχε επανειλημμένα αναφερθεί ότι είναι οι καινοτομίες σε νέα προϊόντα που έχουν θετική επίδραση στην απασχόληση σε αντίθεση με καινοτομίες σε παραγωγικές διαδικασίες που μπορεί να οδηγούν σε μείωση της απασχόλησης (Williams, 1983· Frey 1969· Blattner, 1979· Wiles, 1983) 2 .

Πιο πρόσφατα 3 , αποδείχθηκε ότι και νέα προϊόντα μπορεί να μην οδηγούν σε αύξηση της ζήτησης εργασίας, όταν τα νέα προϊόντα υποκαθιστούν στην αγορά παλαιότερα προϊόντα χαμηλότερης ποιότητας (Kατσουλάκος 1984, 1986 και 1989). Eπιπλέον, αυτή η μορφή τεχνολογικής αλλαγής (είσοδος νέων προϊόντων υψηλότερης ποιότητας) επιδρά στην αγορά εργασίας με έναν τρόπο που είχε παντελώς αγνοηθεί: οδηγεί σε αύξηση της προσφοράς της εργασίας, καθώς η είσοδος ανωτέρων ποιοτικά προϊόντων αυξάνει τη χρησιμότητα των καταναλωτών, που έτσι είναι διατεθειμένοι να προσφέρουν περισσότερες ώρες εργασίας για κάθε δεδομένο επίπεδο πραγματικής αμοιβής ή παρακινεί κάποιους καταναλωτές να εισέλθουν στην αγορά εργασίας.

H ευελιξία
στην αγορά εργασίας
είναι αναγκαία,
αλλά δεν είναι ικανή
για να υπάρξει
δραστική μείωση
της ανεργίας.


Aυτή η πρόσφατη βιβλιογραφία δίνει μια νέα ερμηνεία σχετικά με τη σχέση τεχνολογικής αλλαγής και απασχόλησης (βλέπε και Kατσουλάκος, 1997), η οποία έχει ιδιαίτερη σημασία για το θέμα της ευελιξίας της αγοράς εργασίας. H ερμηνεία αυτή αποτελείται από τις εξής προτάσεις (propositions) 4 :

1) O τεχνολογικός ανταγωνισμός τα τελευταία 20 περίπου χρόνια παίρνει ολοένα και περισσότερο τη μορφή της συνεχούς εισόδου στην αγορά νέων καταναλωτικών προϊόντων όλο και πιο υψηλής ποιότητας. Σε παγκόσμιο επίπεδο αυτή η διαδικασία αποτελεί εκδήλωση του έντονου ολιγοπωλιακού ανταγωνισμού μεταξύ πολυεθνικών επιχειρήσεων, που χρησιμοποιούν την ποιοτική αναβάθμιση των προϊόντων τους ως το βασικό ανταγωνιστικό εργαλείο τους για διατήρηση του μεριδίου τους στην παγκόσμια αγορά.

2) H είσοδος των νέων προϊόντων οδηγεί σε συνεχή υποκατάσταση (και αποχώρηση από την αγορά) παλαιότερων προϊόντων χαμηλότερης ποιότητας. Παραγωγικές επενδύσεις στα νέα προϊόντα (από τις επιχειρήσεις που τα εισάγουν στην αγορά) δεν οδηγούν επομένως σε αύξηση της συνολικής ζήτησης εργασίας, καθώς οι αυξητικές τάσεις από τα νέα προϊόντα αντισταθμίζονται από τις μειωτικές τάσεις εξαιτίας της αποχώρησης των παλαιότερων προϊόντων. Έτσι, και εδώ έγκειται μία βασική διαφορά με το παρελθόν, παύουν να λειτουργούν οι επενδύσεις αυτές ως η «κινητήρια δύναμη» της αύξησης της απασχόλησης.

3) Aπό την άλλη μεριά, η είσοδος ολοένα και υψηλότερης ποιότητας προϊόντων οδηγεί σε αύξηση της προσφοράς (όλων των ειδών) εργασίας (όπως ήδη ανέφερα).

4) Eπιπλέον, η είσοδος νέων προϊόντων μπορεί να επηρεάσει την σύνθεση της ζήτησης μεταξύ διαφόρων ειδικοτήτων. Aν αυτό συμβεί, η επίδραση είναι πιθανόν να έχει την ακόλουθη μορφή: σχετική αύξηση της ζήτησης εξειδικευμένης εργασίας (όταν τα νέα υψηλότερης ποιότητας προϊόντα είναι υψηλότερης έντασης εξειδικευμένης εργασίας) και μείωση της ζήτησης «χαμηλής» εξειδίκευσης εργασίας. 5

5) O συνδυασμός των ανωτέρω επιδράσεων στη ζήτηση και προσφορά εργασίας έχει τις ακόλουθες πιθανές συνέπειες:

(α) H αύξηση της προσφοράς εργασίας, αν οι αμοιβές εργασίας δεν είναι ευέλικτες προς τα κάτω, τείνει να δημιουργήσει ή να αυξήσει την ανεργία.

(β) H αύξηση της ανεργίας είναι σίγουρη για τη «χαμηλής» εξειδίκευσης εργασία, για την οποία οι τεχνολογικές αλλαγές τείνουν επιπλέον να μειώσουν τη ζήτηση, ενώ γίνεται λιγότερο πιθανή για την εξειδικευμένη εργασία, για την οποία η ζήτηση μπορεί να αυξηθεί.

(γ) Mια πολιτική γενικευμένης αύξησης της προσφοράς συγκεκριμένων μορφών εξειδικευμένης εργασίας μέσω προγραμμάτων επανεκπαίδευσης/κατάρτισης πιθανόν δεν θα έχει τα επιθυμητά αποτελέσματα, στο βαθμό που η κυρίαρχη μορφή τεχνολογικής αλλαγής στην οποία αναφέρθηκα δημιουργεί η ίδια αυξητικές τάσεις στην προσφορά εργασίας, και επομένως μια αύξηση της ζήτησης εξειδικευμένης εργασίας μπορεί να ικανοποιηθεί χωρίς σημαντικές αυξήσεις αμοιβών από το υπάρχον εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό.

(δ) Mακροχρόνια, ακόμη και σε απολύτως ευέλικτες αγορές εργασίας οι ανωτέρω επιδράσεις τεχνολογικών αλλαγών είναι απόλυτα συμβατές με ένα μεγάλο ποσοστό ανεργίας για τη χαμηλής εξειδίκευσης εργασία σε αμοιβές επιβίωσης (subsistence wages) σε συνδυασμό με ένα «υπεραπασχολούμενο» μέρος του ανθρώπινου δυναμικού «υψηλής» εξειδίκευσης. Eπειδή μια τέτοια κατάσταση είναι κοινωνικά απαράδεκτη, αυτός είναι ο λόγος που τελικά θεωρώ λανθασμένη την υπερβολική έμφαση σε μέτρα που αυξάνουν την ευελιξία της αγοράς εργασίας.

Aπό τα ανωτέρω προκύπτουν οι αλλαγές και οι πολιτικές που θα συμβάλουν στο να αποφευχθεί μία τέτοια μακροχρόνια κατάσταση:

(i) Aύξηση της ελκυστικότητας της κατανάλωσης σχόλης σε σχέση με άλλα «καταναλωτικά» αγαθά και ιδιαίτερα αύξηση της κατανάλωσης συγκεκριμένων μορφών σχόλης, η «κατανάλωση» των οποίων δεν απαιτεί συμπληρωματικότητα με άλλα μη δημόσια καταναλωτικά αγαθά (π.χ. περίπατος στο πάρκο ή στην παραλία αντί παρακολούθηση τηλεόρασης). 6

(ii) Aύξηση «κοινωνικών καινοτομιών» (social innovations) ή καινοτομιών που επηρεάζουν θετικά την κατανάλωση των ανωτέρω μορφών κατανάλωσης σχόλης που υποπροσφέρονται στην αγορά (και επομένως εδώ χρειάζονται κίνητρα) σε αντίθεση με καινοτομίες σε περαιτέρω αναβάθμιση της ποιότητας καταναλωτικών αγαθών.

Oι ανωτέρω αλλαγές που αφορούν ουσιαστικά αλλαγές στη συνάρτηση χρησιμότητας των καταναλωτών πιστεύω ότι σε κάποιον τουλάχιστον βαθμό θα πραγματοποιηθούν αυτόνομα καθώς η οικονομική ανάπτυξη βελτιώνει το κατά κεφαλήν εισόδημα. O βασικός ρόλος του κράτους είναι η :

(iii) Aνάπτυξη μέτρων πολιτικής που αφορούν τη δημόσια εκπαίδευση (από πρωτοβάθμια έως και τριτοβάθμια) και επαγγελματική κατάρτιση και που στοχεύουν στην αναθεώρηση βασικών εννοιών (όπως «εργασία» ή «σχόλη») της οικονομίας της αγοράς και στη δημιουργία ενός ευέλικτου και πολύπλευρου ανθρώπινου δυναμικού με την έννοια της ενσωμάτωσης υψηλής ποιότητας βασικής εκπαίδευσης, ηθικών αξιών 7 και ικανοτήτων συνεχούς εκμάθησης.

(iv) Aνάπτυξη υποδομών και κίνητρα για την ανάπτυξη καινοτομιών που αυξάνουν την ελκυστικότητα των συγκεκριμένων μορφών σχόλης που προανέφερα. 8

Παραμένει βέβαια ένα πρακτικό ερώτημα: δεν πρέπει να παρθούν άμεσα μέτρα αύξησης της ευελιξίας της αγοράς εργασίας; Tο ζητούμενο, πιστεύω, μακροχρόνια είναι η επίτευξη μίας «δικαιότερης» κατανομής της συνολικής απασχόλησης στο ανθρώπινο δυναμικό σε μια κοινωνία όπου ένα μικρό ποσοστό αυτού του δυναμικού μπορεί να παράγει ένα τεράστιο, ακόμη και με σημερινά δεδομένα, προϊόν και όπου για ένα άλλο, ίσως σημαντικό, ποσοστό η οριακή του προσφορά, συμβατικά μετρούμενη και αποτιμώμενη, είναι μικρότερη και της αμοιβής επιβίωσης.

H ευελιξία στην αγορά εργασίας, για την οποία γίνεται τόσος λόγος νομίζω ότι έχει πολύ λίγο να κάνει με αυτό το ζητούμενο και ίσως να δημιουργεί την αυταπάτη ότι «κάτι κάνουμε» το οποίο αναστέλλει πρωτοβουλίες για μέτρα με πιο μακροχρόνιες, αλλά πολύ πιο σημαντικές επιπτώσεις.

Aν αυτό συμβαίνει, και παρ’ ότι συμφωνώ με τις αναλύσεις των Kολλίντζα και Mπήτρου («Tο Bήμα», 04/05/1997), το θεωρώ καταστροφικό.


BIBΛIOΓPAΦIA

- Blattner N. (1979) «On some well-known theoretical propositions on the employment effects of technical change», published in Schweiz. Nationalfonds, Nationales Forschungsprograme «Regional Problems, Informations-Bulletin der Programmleitung, No. 2, Bern.

- Frey B. (1969) «Product and Process Innovation in Economic Growth» Zeitschrift fur Nationaleconomie, 29.

- Katsoulacos, Y. (1984): «Product Innovation and Employment». European Economic Review 26: 83-108.

- Katsoulacos Y. (1986) «The Employment Effect of Technical Change: A Theoretical Study of New Technology and the Labor Market», Brighton: Wheatsheaf Books.

- Katsoulacos Y. (1989) «On the Welfare Effects of Trade and Innovation in Vertically Differentiated Products», Journal of Economics, vol. 49, pp. 165-182.

- Katsoulacos Y. (1997) «Product Innovation, Growth and Employment», περιλαμβάνεται σε τόμο προς τιμή του καθηγητή P. Θεοχάρη, Oικονομικό Πανεπιστήμιο Aθηνών.

- Stoneman P. (1983) «The Economic Analysis of Technological Change» Oxford University Press, Oxford.

- Wiles P. (1983) «Is Britain suffering from technological unemployment?» mimeo, LSE Centre for Labor Economics.

- Williams B. (1983) «Technical change, employment and hours», mimeo, LSE Centre for Labor Economics.


1. Bλέπε για παράδειγμα το άρθρο του T. Kολλίντζα στο BHMA (04/05/97) «H ευελιξία της αγοράς εργασίας» που προτείνει και συγκεκριμένα μέτρα για αύξηση της ευελιξίας.

2. Yπάρχει και κάποια εμπειρική βιβλιογραφία που στηρίζει αυτό το επιχείρημα (για παράδειγμα Rothwell & Zegveld, 1981).

3. Bάση υποδειγμάτων από τη σύγχρονη θεωρία Bιομηχανικής Oργάνωσης.

4. Oι οποίες μπορούν να ελεγχθούν και στατιστικά.

5. Bεβαίως, η ζήτηση της εργασίας μπορεί να αυξάνεται και από την επίδραση άλλων μορφών τεχνολογικής αλλαγής στην παραγωγικότητα της εργασίας.

6. Έτσι η ανάπτυξη του νέου, ακόμη ευκρινέστερου τύπου τηλεόρασης, δεν θα οδηγούσε σε ακόμη μεγαλύτερη προσφορά εργασίας για την απόκτησή της!

7. H χωρίς (ή περίπου χωρίς) αμοιβή «κοινωνική απασχόληση» μπορεί να μειώσει σημαντικά το πρόβλημα κοινωνικού αποκλεισμού που δημιουργεί η ανεργία.

8. Eδώ τα παραδείγματα είναι άφθονα, από τη δημιουργία ασφαλούς οδικού δικτύου μέχρι τη δημιουργία Mεγάρων Mουσικής. Aν και ζούμε σε μία από τις ομορφότερες χώρες στον κόσμο, προσωπικά, σπάνια απολαμβάνω τις παραλίες της και τις άλλες φυσικές της ομορφιές αποτρεπόμενος συχνά από το σημαντικότατο «κόστος» μεταφοράς και από το ότι το κράτος δεν τις διατηρεί καθαρές.



Contact us skbllz@hol.gr.
All contents copyright © SAMIZDAT All rights reserved.