Υπόμνημα της Ελληνικής Κυβέρνησης
στη
Διακυβερνητική Διάσκεψη (ΔΔ) για τη
Θεσμική Μεταρρύθμιση της ΕΕ
(Φεβρουάριος 2000)
α. Το Πολιτικό Πλαίσιο
- Η αναθεώρηση των Συνθηκών στο πλαίσιο της νέας
Διακυβερνητικής Διάσκεψης (ΔΔ) αποτελεί
επιτακτική ανάγκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση
προκειμένου να αντιμετωπίσει την ιστορική
πρόκληση της νέας διεύρυνσης με ένα ιδιαίτερα
μεγάλο αριθμό χωρών. Χωρίς την αναθεώρηση και
προσαρμογή του θεσμικού οικοδομήματος και των
διαδικασιών λήψης αποφάσεων, η διευρυμένη
Ευρωπαϊκή Ένωση θα οδηγηθεί σε αδυναμία
διαμόρφωσης πολιτικής και λήψης αποφάσεων. Μια
τέτοια εξέλιξη θα έχει σοβαρές αρνητικές
συνέπειες για το σύνολο της Ευρώπης ενώ θα είναι
ζημιογόνος τόσο για τις σημερινές χώρες - μέλη
της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και για τις χώρες που
επιδιώκουν την ένταξή τους σ΄αυτή. Η διεύρυνση
της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε καμία περίπτωση δεν θα
πρέπει να αλλοιώσει ή περιορίσει την προοπτική
της εμβάθυνσης της ενοποίησης και μετεξέλιξης
της Ένωσης σε γνήσια Πολιτική Ένωση.
- Η αναθεώρηση όμως των Συνθηκών παρέχει και μια
ευκαιρία προκειμένου να απαντηθούν ορισμένες
ανησυχίες και αιτήματα που έχουν εκφρασθεί από
τους Ευρωπαίους πολίτες και την Ευρωπαϊκή
κοινωνία. Η πρόσφατη εμπειρία δείχνει ότι
εξακολουθεί να υπάρχει σοβαρή απόσταση ανάμεσα
στους θεσμούς της Ένωσης αφ΄ενός και τους
Ευρωπαίους πολίτες αφ΄ετέρου. Εξακολουθεί να
υπάρχει δηλαδή το πρόβλημα της δημοκρατικής
νομιμοποίησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Προκειμένου να αντιμετωπίσει το
πρόβλημα αυτό, η Ένωση θα πρέπει, μεταξύ άλλων, να
δείξει ότι είναι σε θέση να συμβάλει στην
αντιμετώπιση των καθημερινών προβλημάτων των
Ευρωπαίων πολιτών και κοινωνίας. Στα προβλήματα
αυτά περιλαμβάνεται και αυτό της Ευρωπαϊκής
ασφάλειας για το οποίο, όπως έδειξε η κρίση στο
Κόσοβο, η Ένωση δεν διαθέτει τα ουσιαστικά και
θεσμικά μέσα, ικανότητες και μηχανισμούς
προκειμένου να συμβάλει στην αποτελεσματική και
έγκαιρη αντιμετώπισή του.
- Η αναθεωρητική διαδικασία μπορεί επομένως να
συμβάλει στην προσαρμογή της Ένωσης ώστε να
μπορέσει να αντιμετωπίσει καλύτερα τα
προβλήματα αυτά. Για την Ελλάδα, η αναθεώρηση θα
πρέπει ειδικότερα να συμβάλει στην ισχυροποίηση
της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των θεσμών της, στην
ανάδειξη του δημοκρατικού και κοινωνικού
χαρακτήρα της, στην ενδυνάμωση των αρχών πάνω
στις οποίες στηρίζεται, όπως της ισότητας των
κρατών, της αλληλεγγύης και της συνοχής. Η
αναθεώρηση δεν θα πρέπει να οδηγήσει στην
ανατροπή βασικών και ιστορικά δικαιωμένων
ισορροπιών όπως ανάμεσα στις μεγαλύτερες και
μικρότερες χώρες μέλη, ισορροπίες που
διασφάλισαν την επιτυχία του συστήματος της
Ευρωπαϊκής Ένωσης.
β. Η έκταση της Διακυβερνητικής
Διάσκεψης
- Με βάση τις παραπάνω σκέψεις, η Ελλάδα πιστεύει
ότι ενώ η ΔΔ θα πρέπει να επικεντρώσει τις
εργασίες της στα τρία θέματα που δεν λύθηκαν με
τη Συνθήκη του Άμστερνταμ («υπόλοιπα Άμστερνταμ -
leftovers Amsterdam) δεν θα πρέπει να αγνοηθούν κάποια
άλλα θέματα που απαιτούν άμεση αντιμετώπιση μέσω
της αναθεώρησης των Συνθηκών. Η αναθεώρηση δηλ.
θα πρέπει να προσλάβει ευρύτερο περιεχόμενο.
- Ειδικότερα, η Ελλάδα είναι πρόθυμη να
υποστηρίξει την συμπερίληψη στην ημερήσια
διάταξη της ΔΔ (α) ορισμένων
θεμάτων που συνδέονται με την
αναμόρφωση άλλων οργάνων της ΕΕ όπως του
Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, του Ελεγκτικού
Συνεδρίου, της Επιτροπής Περιφερειών, (β) ορισμένων
θεμάτων που συνδέονται με την Ευρωπαϊκή πολιτική
ασφάλειας και άμυνας και που ενδεχομένως θα
πρέπει να διευθετηθούν στο πλαίσιο της Συνθήκης
εφ΄ όσον η σχετική διαδικασία οδηγήσει σε ένα
τέτοιο συμπέρασμα, (γ) την ενδεχόμενη
ενσωμάτωση στη Συνθήκη του Χάρτη Θεμελιωδών
Δικαιωμάτων εφ΄ όσον επίσης η σχετική διαδικασία
σύνταξης του Χάρτη οδηγήσει σε θετικά
αποτελέσματα. Επιπρόσθετα, η Ελλάδα κατανοεί τη
σημασία να συμπεριληφθούν ως έκτο κεφάλαιο (box)
της ΔΔ ορισμένα περιορισμένα θέματα που
συνδέονται με την ενίσχυση των αρμοδιοτήτων της
ΕΕ. Ειδικότερα θα μπορούσαν να συμπεριληφθούν
στη κατηγορία αυτή ορισμένα θέματα ανάπτυξης των
πολιτικών που ενδιαφέρουν άμεσα τον Ευρωπαίο
πολίτη και που θα έστελναν ένα θετικό μήνυμα στην
Ευρωπαϊκή κοινωνία σχετικά με τη ΔΔ και την ΕΕ
γενικότερα. Ενδεικτικά στα θέματα αυτά θα
μπορούσαν να συμπεριληφθούν: ρυθμίσεις για τον
αθλητισμό, την «κοινωνία και οικονομία της
γνώσης», την πολιτική προστασίας των καταναλωτών
(ασφάλεια τροφίμων), την πολιτική αντιμετώπισης
των φυσικών καταστροφών, την ενίσχυση των
ρυθμίσεων για την απασχόληση, κλπ.
- Σχετικά με την επαναδιαπραγμάτευση των
ρυθμίσεων για την «ενισχυμένη συνεργασία»
(ευελιξία), η Ελλάδα αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό
το άνοιγμα του κεφαλαίου αυτού ιδιαίτερα καθώς
οι σχετικές ρυθμίσεις της Συνθήκης του
Άμστερνταμ δεν έχουν ακόμη εφαρμοσθεί.
γ. Χρονοδιάγραμμα της ΔΔ
- Η Ελλάδα υποστηρίζει την ολοκλήρωση των
εργασιών της ΔΔ στα τέλη του έτους 2000 ώστε να
προετοιμασθεί έγκαιρα η Ένωση για τη νέα
διεύρυνση με τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης
και Μεσογείου.
δ. «Υπόλοιπα Amsterdam»
- Μέγεθος Ευρωπαϊκής Επιτροπής
- Η Ελλάδα αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στην ύπαρξη
ισχυρής, ανεξάρτητης και αποτελεσματικής
Ευρωπαϊκής Επιτροπής δημοκρατικά
νομιμοποιημένης και υπόλογης. Η Επιτροπή θα
πρέπει να συνεχίσει να αποτελεί το κεντρικό
όργανο του θεσμικού συστήματος της Ευρωπαϊκής
Ένωσης που διασφαλίζει το συνολικό Ευρωπαϊκό
συμφέρον καθώς και λεπτές θεσμικές και πολιτικές
ισορροπίες.
- Για την ενίσχυση της δημοκρατικής
νομιμοποίησης και συνεπώς της
αποτελεσματικότητας της Επιτροπής, η Ελλάδα
υποστηρίζει την αρχή «κάθε κράτος - μέλος και
ένας Επίτροπος». Αυτό σημαίνει ότι όλα τα μέλη θα
έχουν το «δικαίωμα ονομασίας» μέλους στην
Επιτροπή. Έτσι ο συνολικός αριθμός των μελών της
Επιτροπής θα είναι ίσος με τον αριθμό των κρατών -
μελών. Θα αποτελούσε λάθος που θα υπονόμευε την
αποτελεσματικότητα της Επιτροπής η ενδεχόμενη
εισαγωγή οποιωνδήποτε διακρίσεων ανάμεσα στους
Επιτρόπους είτε στην κατανομή των αρμοδιοτήτων
(χαρτοφυλακίων) είτε στα δικαιώματα ψήφου.
- Για τη βελτίωση της λειτουργίας της Επιτροπής, η
Ελλάδα είναι πρόθυμη, μέσα σ΄ένα ευρύτερο πακέτο
αποδεκτών ρυθμίσεων, να δεχθεί βελτιώσεις στη
συγκρότηση και λειτουργία της Επιτροπής,
ορισμένες από τις οποίες απαιτούν κατοχύρωση στη
Συνθήκη. Στη λογική αυτή, θα ήταν πρόθυμη να
εξετάσει το ρόλο του Προέδρου της Ευρωπαϊκής
Επιτροπής, και να προσδιορισθεί καλύτερα η
ατομική ευθύνη των Επιτρόπων. Θα μπορούσε κάτω
από ορισμένες θεσμικές προϋποθέσεις διασφάλισης
των διοργανικών ισορροπιών να αποδεχθεί τη
δυνατότητα ατομικής απόλυσης Επιτρόπου από το
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Θα μπορούσαμε ακόμη να
διαγράψουμε με μεγαλύτερη ακρίβεια τα προσόντα
που θα πρέπει να συγκεντρώνει το μέλος της
Επιτροπής.
- Η Ελλάδα θεωρεί ότι ο καθορισμός ενός ανώτατου
αριθμού μελών της Επιτροπής θα αποτελούσε μια
επιλογή χωρίς ιδιαίτερη πρακτική αξία που θα
έστελνε ένα αρνητικό μήνυμα στις υποψήφιες για
ένταξη χώρες.
- Στάθμιση των ψήφων
- Η στάθμιση των ψήφων στο Συμβούλιο της Ένωσης
εκφράζει ιστορικές πολιτικές και θεσμικές
πραγματικότητες που θα πρέπει να γίνουν
σεβαστές. Βεβαίως, η διαδικασία λήψης των
αποφάσεων θα πρέπει να έχει δημοκρατικό
χαρακτήρα, να λαμβάνει υπόψη τα ζωτικά
συμφέροντα όλων των κρατών μελών, να μην
αποξενώνει από τη διαδικασία καμία ομάδα χωρών
αλλά και να μην οδηγεί στην κυριαρχία κάποιας
ομάδας χωρών στη διαδικασία ενώ θα πρέπει να
αντανακλά την βασική αρχή της ισότητας όλων των
κρατών - μελών στην Ένωση.
- Στη βάση αυτή, η Ελλάδα θεωρεί ότι η
επαναστάθμιση των ψήφων δεν θα συνέβαλε στην
εξυπηρέτηση των παραπάνω αρχών. Δεν χρειαζόμαστε
επαναστάθμιση των ψήφων καθώς η επέκταση του
σημερινού συστήματος σε μια Ένωση των είκοσι-ένα
κρατών-μελών που είναι η ρεαλιστική προοπτική
για τα προσεχή χρόνια δεν δημιουργεί κανένα
ιδιαίτερο πρόβλημα. Αντίθετα η επαναστάθμιση θα
δημιουργούσε πρόσθετα προβλήματα που δεν θα
μπορούσαν εύκολα να κατανοηθούν από τους λαούς
μας. Δεν θα πρέπει να διαφεύγει ότι το σύστημα
λήψης αποφάσεων θα πρέπει να είναι δημοκρατικό,
διαφανές, απλό και κατανοητό από τους πολίτες της
Ένωσης.
- Πάντως, σε περίπτωση αλλαγής του συστήματος, η
Ελλάδα θα μπορούσε να εξετάσει ως το πλέον
κατάλληλο σύστημα αυτό της διπλής πλειοψηφίας.
Ειδικότερα, στην διευρυμένη Ευρωπαϊκή Ένωση για
τη λήψη των αποφάσεων με ειδική πλειοψηφία θα
απαιτείται το 60% των κρατών-μελών που θα εκφράζει
τουλάχιστον το 60% του συνολικού πληθυσμού της
Ευρωπαϊκής Ένωσης.
- Επέκταση της ειδικής πλειοψηφίας
- Στο θέμα της μεθόδου λήψης των αποφάσεων στην
Ευρωπαϊκή Ένωση η Ελλάδα πιστεύει ότι μια δέσμη
από θέματα ζωτικού χαρακτήρα όπως για τη
συνταγματική, θεσμική οργάνωση της Ευρωπαϊκής
Ένωσης, την ένταξη νέων χωρών στην Ένωση ή τη
σύνδεση χωρών, καθώς και αποφάσεις που απαιτούν
τη συνταγματική επικύρωση από τα κράτη μέλη ή
έχουν διακυβερνητικό χαρακτήρα θα πρέπει να
υπόκεινται στον κανόνα της ομοφωνίας. Τούτο
είναι σημαντικό για τη διατήρηση της συνοχής και
ακεραιότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
- Στη βάση αυτή, η Ελλάδα είναι έτοιμη να εξετάσει
σε μια πραγματιστική προσέγγιση (case-by-case) την
επέκταση της ειδικής πλειοψηφίας ως μεθόδου
λήψης των αποφάσεων. Ωστόσο, η Ελλάδα θεωρεί ότι η
επέκταση της ειδικής πλειοψηφίας θα πρέπει να
συνοδεύεται με την πρόβλεψη της συναπόφασης
(διαδικασία άρθρου 251) σ΄όλες τις πράξεις
νομοθετικού περιεχομένου. Η συμμετοχή του
Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στη νομοθετική
διαδικασία της Ένωσης αποτελεί προϋπόθεση για
την ενίσχυση του δημοκρατικού χαρακτήρα της
τελευταίας. Στα πλαίσια αυτά, η Ελλάδα θα
μπορούσε, σε ένα γενικότερο πακέτο αποδεκτών
ρυθμίσεων, να δεχθεί την ειδική πλειοψηφία στις
περιπτώσεις εκείνες που η Συνθήκη προβλέπει ήδη
συναπόφαση και ομοφωνία.
- Η Ελλάδα είναι ακόμη πρόθυμη να αποδεχθεί την
επέκταση της ειδικής πλειοψηφίας σε αριθμό άλλων
άρθρων που θα εξετασθούν το καθένα ξεχωριστά στο
πλαίσιο της Διακυβερνητικής Διάσκεψης.
ε. Ενίσχυση Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
- Η ενίσχυση του δημοκρατικού χαρακτήρα της
Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελεί απαραίτητη
προϋπόθεση για την ομαλή ανέλιξη της Ένωσης με
προοπτική την διεύρυνσή της σε είκοσι - επτά μέλη.
Η ενίσχυση της δημοκρατικής νομιμοποίηση
αποτελεί ακόμη προϋπόθεση για την βελτίωση της
αποτελεσματικότητας των διαδικασιών
διαμόρφωσης πολιτικής και λήψης αποφάσεων.
- Για τους λόγους αυτούς η Ελλάδα υποστηρίζει την
ενδυνάμωση του ρόλου του Ευρωπαϊκού
Κοινοβουλίου με μεταξύ άλλων (α) την πρόβλεψη
της διαδικασίας συναπόφασης σ΄όλες τις πράξεις
νομοθετικού περιεχομένου, (β) την πρόβλεψη
της διαβούλευσης για όλες τις άλλες πράξεις ή τις
πράξεις που υιοθετούνται με ομοφωνία (γ) την
εξέταση της δυνατότητας αναγνώρισης της
«σύμφωνης γνώμης» στο Κοινοβούλιο για την
τροποποίηση των Συνθηκών και την επέκταση των
αρμοδιοτήτων της ΕΕ (αρθ. 308) Η Ελλάδα δεν θα ήταν
αντίθετη στην αλλαγή της «διαδικασίας
συνεργασίας» όπου προβλέπεται σήμερα στη
Συνθήκη με τη διαδικασία συναπόφασης.
- Με βάση την πρόσφατη εμπειρία, θα ήταν σκόπιμο
να εξετάσουμε τις σχέσεις Ευρωπαϊκού
Κοινοβουλίου και Ευρωπαϊκής Επιτροπής χωρίς να
διαταράξουμε όμως βασικές θεσμικές ισορροπίες
με βάση ότι η αναγνώριση, υπό προϋποθέσεις, του
δικαιώματος ατομικής απόλυσης μέλους της
Επιτροπής μπορεί να αποτελέσει ένα
σημαντικότερο μέσο επαναπροσδιορισμού της
σχέσης ΕΚ -ΕΠ.
στ. Αναμόρφωση του ΔΕΚ
- Η Ελλάδα αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στη
μεταρρύθμιση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου (ΔΕΚ)
ώστε να καταστεί αποτελεσματικότερη η
λειτουργία του και ταχύτερη η απονομή
δικαιοσύνης. Η Ελλάδα πιστεύει ότι το Δικαστήριο
καθώς και το Πρωτοδικείο θα πρέπει να έχουν την
αρμοδιότητα να τροποποιούν τον κανονισμό
διαδικασίας τους (Rules of procedure) χωρίς την παρέμβαση
του Συμβουλίου.
- Η Ελλάδα θεωρεί ότι ο αριθμός των μελών του
Δικαστηρίου και Πρωτοδικείου θα πρέπει να
παραμείνει ίσος με τον αριθμό των κρατών μελών.
Τούτο είναι σημαντικό για την ομαλή ανάπτυξη του
κοινοτικού δικαίου. Η Ελλάδα είναι πρόθυμη όμως
να στηρίξει οργανωτικές βελτιώσεις στο
Δικαστήριο που θα συμβάλουν στην
αποτελεσματικότερη λειτουργία του.
- Η ΔΔ παρέχει την ευκαιρία για τη βελτίωση της
λειτουργίας και αποτελεσματικότητας των άλλων
οργάνων και θεσμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο
μέτρο που απαιτούνται τροποποιήσεις στη Συνθήκη,
όπως του Ελεγκτικού Συνεδρίου και της Επιτροπής
των Περιφερειών, της Οικονομικής και Κοινωνικής
Επιτροπής. Η τελευταία θα πρέπει π.χ. να καταστεί
περισσότερο αντιπροσωπευτική της «κοινωνίας των
πολιτών».
η. Νομική προσωπικότητα της ΕΕ
- Η Ελλάδα υποστηρίζει την εκχώρηση της ρητής
νομικής προσωπικότητας στην Ευρωπαϊκή Ένωση,
πράγμα που θα ενισχύσει την διεθνή παρουσία της
ΕΕ αλλά και θα διευκολύνει την
αποτελεσματικότερη διεξαγωγή των εξωτερικών
σχέσεων και πολιτικής.
θ. Ενισχυμένη συνεργασία - ευελιξία
- Το κεφάλαιο της ενισχυμένης συνεργασίας είναι
πολιτικά ιδιαίτερα ευαίσθητο. Υπήρξε το προϊόν
δύσκολων διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο της ΔΔ που
οδήγησαν στη Συνθήκη του Άμστερνταμ. Οι νέες
ρυθμίσεις δεν έχουν επίσης ακόμη τεθεί σε
εφαρμογή. Επομένως η Ελλάδα βλέπει με
σκεπτικισμό την προοπτική επαναδιαπραγμάτευσης
του κεφαλαίου αυτού της Συνθήκης ιδιαίτερα καθώς
μπορεί να στείλει εσφαλμένα μηνύματα στις
υποψήφιες για ένταξη χώρες στην ΕΕ.
- Σε κάθε περίπτωση, οι οποιεσδήποτε ρυθμίσεις
για «ενισχυμένη συνεργασία» ενώ θα πρέπει να
συμβάλουν στην εμβάθυνση της ενοποίησης δεν θα
πρέπει να υπονομεύουν τη συνοχή και ενότητα του
πολιτικού και θεσμικού συστήματος της ΕΕ. Οι
οποιεσδήποτε ρυθμίσεις θα πρέπει να είναι
ανοιχτές σε όλες τις χώρες - μέλη που επιθυμούν να
συμμετάσχουν σ΄αυτές. Στη βάση αυτή είναι
απαραίτητο σε οποιαδήποτε μορφή «ενισχυμένης
συνεργασίας» να συμμετέχει τουλάχιστον η
πλειοψηφία των κρατών - μελών της Ένωσης. Κάτω από
ορισμένες σαφείς προϋποθέσεις θα μπορούσε να
εξετασθεί η επέκταση της ενισχυμένης
συνεργασίας στην ΚΕΠΑΑ.
- Σε περίπτωση επανεξέτασης της διαδικασίας
λήψης αποφάσεων για την έναρξη της ενισχυμένης
συνεργασίας και της δυνατότητας επίκλησης
«σημαντικών και δεδηλωμένων λόγων εθνικής
πολιτικής», θα πρέπει επίσης να εξετασθεί η
ενσωμάτωση ρήτρας αλληλεγγύης που θα προβλέπει
την υποστήριξη των κρατών - μελών εκείνων που
επιθυμούν μεν αλλά δεν μπορούν να συμμετάσχουν
αμέσως στην ενισχυμένη συνεργασία.
- Ευρωπαϊκή άμυνα και ασφάλεια (ESDP)
Η διαδικασία για τη διαμόρφωση της Ευρωπαϊκής
πολιτικής άμυνας και ασφάλειας (ESDP) βρίσκεται σε
εξέλιξη και ελπίζεται ότι θα οδηγήσει σε θετικές,
τελικές αποφάσεις μέσα στο τρέχον έτος. Η Ελλάδα
πιστεύει ότι την κατάλληλη στιγμή θα πρέπει να
αντιμετωπισθούν στο πλαίσιο της Διακυβερνητικής
Διάσκεψης τα θεσμικά και νομικά ζητήματα της
αμυντικής πολιτικής που απαιτούν διευθέτηση στη
Συνθήκη. Στα ζητήματα αυτά περιλαμβάνονται,
μεταξύ άλλων η θέση της Πολιτικοστρατιωτικής
Επιτροπής (Political and Security Committee) καθώς και άλλων
οργάνων στο θεσμικό σύστημα της Ένωσης.
Περιλαμβάνεται επίσης η εξέταση της θέσης της
Δυτικοευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) και του
«κεκτημένου» που έχει δημιουργηθεί στη Συνθήκη
της ΕΕ.