ΣΧΟΛΙΟ Του Κ.Ι. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ (16-12-99)

Τίποτε δεν εγγυάται κέρδη

Δεν είναι βεβαίως εύκολο να χειρίζεται μια κυβέρνηση δύο πράγματα μαζί: Από τη μια να παίρνει συνειδητά μια σημαντική πολιτική απόφαση που δεν προσφέρεται για τη δημιουργία ψευδών εντυπώσεων και από την άλλη να θέλει να δημιουργήσει με την απόφαση αυτή εντυπώσεις για λόγους προεκλογικούς. Κι όμως, αυτό προσπάθησε και προσπαθεί αυτές τις ημέρες η κυβέρνηση. Από τη μια πλευρά να αποκρύψει την ουσία των όσων συμφωνήθηκαν στην πρόσφατη Σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και να αναδείξει «συμπεράσματα» που στ' αλήθεια δεν υπάρχουν και από την άλλη πλευρά να προβάλει τα συμφωνηθέντα ως μια επιτυχία άξια εμπλουτισμού του προεκλογικού οπλοστασίου της. Το αν θα πετύχει το στόχο της, αυτό μένει να αποδειχθεί. Αλλά σίγουρα δεν πρόκειται να αποδειχθεί ποτέ ότι από «επικοινωνιακά» τρικ μπορεί να ωφεληθεί μια πολύ σοβαρή υπόθεση της εξωτερικής πολιτικής της χώρας. Η υπόθεση των ελληνοτουρκικών σχέσεων έχει διαστάσεις που δεν μπορούν να χωρέσουν σε τεχνικές δημιουργίας εντυπώσεων ως προς την ουσία της εξέλιξής τους. Ουδέν κρυπτόν υπό τον ήλιον, σ' αυτή την ιστορία. Και σ' αυτό συντελεί, σε μεγάλο βαθμό, το γεγονός ότι οι διεκδικήσεις της Τουρκίας, το τι ζητεί από την Αθήνα η Αγκυρα, αλλά και ο υπολογισμός της στρατηγικής σημασίας της χώρας αυτής από ΗΠΑ και Ευρώπη σε μια συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή είναι πράγματα πολύ καθαρά. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο ό,τι κατά καιρούς προσπάθησε να υποβαθμίσει μια ελληνική κυβέρνηση ως προς την ουσία μιας εξέλιξης στην υπόθεση αυτή βγήκε καθαρά στην επιφάνεια σε μια επόμενη φάση, αργά ή γρήγορα. Ετσι, για παράδειγμα, ό,τι κι αν εμφάνισαν ως «επιτυχίες» κατά το παρελθόν οι ελληνικές ηγεσίες στο Νταβός (το 1988 και το 1992) διαψεύστηκε στη συνέχεια. Ο,τι κι αν υποστήριξε η ελληνική ηγεσία για τα Ιμια δεν άλλαξε την υπεράσπιση από την Τουρκία μιας σταθερής πολιτικής διεκδίκησης «γκρίζων περιοχών». Ο,τι κι αν ειπώθηκε δημοσίως για την υπόθεση των «S-300», η συνέχεια έδειξε πως η Αγκυρα και οι Δυτικοί φίλοι της είχαν τη δυνατότητα να ακυρώσουν την εγκατάσταση αυτών των πυραύλων στην Κύπρο. Σήμερα, λοιπόν, τι έχει άραγε να κερδίσει η ελληνική εξωτερική πολιτική με τις γνωστές θριαμβολογίες και τα πολλά λόγια για «μεγάλη επιτυχία» μετά το Ελσίνκι; Αυτά που συμφωνήθηκαν εκεί μπορεί να λειτουργήσουν μακροπροθέσμως θετικά, μόνο στην περίπτωση κατά την οποία η Τουρκία θα αποφάσιζε να αλλάξει τις πολιτικές της στο Αιγαίο και στην Κύπρο. Αν δεν συμβεί αυτό, τότε η τουρκική πλευρά θα έχει πολλούς τρόπους να αξιοποιήσει υπέρ αυτής το «υλικό» που της προσφέρεται μέσα από το κείμενο του Ελσίνκι για την προώθηση των διεκδικήσεών της. Ετσι έχουν τα πράγματα αυτή την ώρα. Η ελληνική κυβέρνηση έχει βεβαίως απαλλαγεί μέσα στην Ε.Ε. από τα «βαρίδια» μιας προηγούμενης πολιτικής στις ευρωτουρκικές σχέσεις, αλλά αυτό από μόνο του δεν της παρέχει με τα σημερινά δεδομένα καμιά εγγύηση για εξελίξεις θετικές, όσον αφορά τα ελληνικά συμφέροντα, στις σχέσεις με την Τουρκία. Κατανοητές οι προεκλογικές σκοπιμότητες, αλλά έως ποιο σημείο, άραγε, είναι δυνατόν να γίνονται αποδεκτές σε μια τέτοια υπόθεση;