ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ (15-12-99)

Αρχή της αποσύνθεσης

Μπλιαχ! Είναι το μόνο που μου έρχεται αυθορμήτως να πω, διότι φοβάμαι πως ο έναρθρος λόγος έχει καταργηθεί στις ημέρες μας. Φτάσαμε στο σημείο να θεωρούμε ότι μπορεί να είναι θεμιτό το χάζι στις κρεβατοκάμαρες καλλιτεχνών και ιδίως πολιτικών. Το επίσημο άλλοθι μιας κοινωνίας «ματάκηδων» είναι ότι οι πολιτικοί πρέπει να έχουν διάφανη προσωπική ζωή. Να 'χουν. Αλλο αυτό, όμως, και άλλο να μας απασχολεί περισσότερο η προσωπική τους ζωή από την πολιτική τους αποτελεσματικότητα· η αναλώσιμη μιντιακή εικόνα τους από τις πολιτικές τους επιλογές. Αυτή η επιμονή στο προσωπικό, όμως, μας κάνει κοινωνία θεατών και όχι πολιτών και φυσικά στερεί απ' όλους την πολύτιμη μνήμη. Γιατί ως κοινωνία πολιτών θα έπρεπε να μας απασχολεί ο κατήφορος του πολιτισμού με τη βοήθεια της τεχνολογίας, που παραμένει ανεξέλεγκτη να ασκεί τη σαγήνη της τόσο στους επαγγελματίες που τη χρησιμοποιούν και αισθάνονται παντοδύναμοι με την κάμερα ως όπλο στα χέρια τους, όσο και στους τηλεθεατές οι οποίοι μετατρέπονται σε καταναλωτές χυδαιότητας. Και θα 'πρεπε να θυμόμαστε τις ώρες της κρίσης ποιες πολιτικές δυνάμεις διευκόλυναν αυτή την πορεία με κοντόθωρες μικροπολιτικές επιλογές. Οσο για την ευθύνη, είναι εύκολο να τη μοιράζουμε εξίσου στην τηλεόραση και στο κοινό, καθώς η πρώτη μάς φταίει για τις μεθόδους της και το δεύτερο, επειδή τη νομιμοποιεί διά της τηλεθέασης. Ωστόσο το μεγαλύτερο μερίδιο το φέρει η πολιτική εξουσία. Δική της αποκλειστική ευθύνη είναι οι κανόνες και η εφαρμογή τους, οι θεσμοί και η λειτουργία τους και κυρίως το επίπεδο του πολιτισμού. Η αποσύνθεση των θεσμών δεν μπορεί να είναι ευθύνη ενός ή δύο προσώπων, ούτε οι αξίες ενός πολιτισμού μπορεί να αφορούν επιχειρήσεις που αναγκάζονται να επιβιώσουν σε περιβάλλον χωρίς κανόνες. Ακόμη και το θέμα της αυτορύθμισης, που γίνεται εύκολα καραμέλα στο στόμα πολιτικών, οι οποίοι το αντιμετωπίζουν ως μέθοδο που μειώνει τις δικές τους ευθύνες, δεν μπορεί να ευδοκιμήσει σε ένα πεδίο όπου η νομιμοφροσύνη εκλαμβάνεται ως αδυναμία. Πρώτα μπαίνουν οι βασικοί κανόνες του παιχνιδιού και μετά οι παίκτες ρυθμίζουν τα επιμέρους ζητήματα σύμφωνα με την εμπειρία τους. Τα 'χουμε καταφέρει όμως να παπαγαλίζουμε έννοιες χωρίς να γνωρίζουμε τη σημασία τους, να υιοθετούμε μεθόδους χωρίς να έχει προηγηθεί η καλλιέργεια του κλίματος που θα τις κάνει αποδεκτές με ειρηνικό τρόπο. Ετσι, σε κάθε κρίση δημιουργείται τόση σύγχυση ώστε απελευθερώνονται όλες οι δυνάμεις της συντήρησης, εκείνες που αντιστέκονται στην πρόοδο παριστάνοντας ότι την ευαγγελίζονται και την υπηρετούν. Ετσι ξεφυτρώνουν και οι ηθικολόγοι υπερασπιστές μεθόδων και απόψεων που καμία δημοκρατία δεν θα έκανε ασφαλή η επικράτησή τους. Και όμως εμφανίζονται αυτές ως οι επικρατέστερες, διότι έτσι διευκολύνεται η επέλαση του καινούργιου στην πιο άγρια και ανεξέλεγκτη μορφή του. Μιλάει ο Μποντριγιάρ για το φαινόμενο, που το χαρακτηρίζει ως «ζωτική αρχή της αποσύνθεσης», σύμφωνα με το οποίο το παλαιό συντηρείται μόνον ως άλλοθι για την αχαλίνωτη επιβολή του καινούργιου ή, με απλά λόγια, όσο κι αν φαίνεται τρομακτική η απόλυτη δύναμη της κάμερας να τρυπώνει παντού, όσο απροστάτευτοι κι αν νιώθουμε απέναντί της, τόσο περισσότερο την ενισχύουμε, «έτοιμοι να καταναλώσουμε οτιδήποτε φέρνει στο φως, χωρίς δεύτερη σκέψη, ακόμη και στην πιο πρωτόγονη μορφή του».

Γράφει η Πόπη Διαμαντάκου