ΣΤΑΣΕΙΣ (11-11-99)

Πλάνες

Ερωτηθέντες, λοιπόν, οι υπεύθυνοι των κομμάτων τι θα πράξουν μετά την αναβολή και συρρίκνωση της επίσκεψης του κ. Μπιλ Κλίντον, απάντησαν με τον προσφιλή τρόπο τους της δικολαβίας και μειδιώντες ελαφρώς: «Μα εμείς δεν έχουμε να αποφασίσουμε για τίποτε. Οι μαζικοί φορείς είναι εκείνοι που θα αποφασίσουν, όπως πάντοτε». Ας φανταστούμε λίγο αυτή την ειδυλλιακή εκδοχή: Στα σωματεία, στα συνδικάτα, στους συλλόγους κάθε επωνυμίας, στους κοινωνικούς χώρους, οι πολίτες συνδιαλέγονται με λόγο αυθόρμητο και απολύτως προσωπικό, θραύοντας την κομματική και συνδικαλιστική τους εξάρτηση. Καταθέτουν όσα επιχειρήματα επινοεί η εμπειρία τους και ούτε μία στιγμή δεν διακόπτουν την αντιπαράθεση για να μιλήσουν κρυφά στο «κινητό» με τα υψηλά κλιμάκια και να πάρουν έτοιμη τη γραμμή, ούτε και βγάζουν σκονάκια από τη μέσα τσέπη για να θυμηθούν τις «ιδεολογικές κατευθύνσεις». Εν τω μεταξύ, στα δικά τους γραφεία, οι κομματικοί επιτελείς περιμένουν ευγενικά -και χωρίς να προβούν στην παραμικρή πράξη επηρεασμού- να λήξουν οι συνεδριάσεις των μαζικών φορέων και να πληροφορηθουν αρμοδίως ή από το ραδιόφωνο ποιες αποφάσεις ελήφθησαν. Θαυμάσια... Μόνο που μια τέτοια ιδανικά ακαπέλωτη χώρα δεν κατάφερε να την εντοπίσει ούτε καν ο Γκιούλιβερ, στις τόσες αναζητήσεις του. Μελαγχολία και μόνο προκαλεί η όλη κομματική ρητορεία περί «ανεξάρτητων μαζικών φορέων» και «ελεύθερων κινημάτων», γιατί, έτσι κατάφωρα όπως ψεύδεται, αφαιρεί και το δικαίωμα της χλεύης. Πριν από οποιαδήποτε εκλογική αναμέτρηση (στα γυμνάσια, στα πανεπιστήμια, στα επαγγελματικά σωματεία, στους δήμους και τις κοινότητες), θυμούνται τα λαμπρά, μεγάλα επίθετα, το «ακηδεμόνευτο», το «ακομμάτιστο», το «αυτόνομο», ενόσω προσπαθούν να μη διαφύγει ούτε μισή ψήφος, μισή «επιρροή»· κι αν τύχει και διαφοροποιηθεί ελάχιστα κάποιο στέλεχός τους, αν διανοηθεί να ψελλίσει οτιδήποτε υπερβαίνει το «πλαίσιο», τότε διαγράφεται αυθωρεί και παραχρήμα. Οταν, δε, αρχίζει η καταμέτρηση των ψήφων, αυτοί, οι θεωρητικοί της μη κηδεμονίας, διεκδικούν τα ποσοστά τους, τους «δικούς τους», ώστε να εκδώσουν έπειτα τις ανακοινώσεις τους περί «θριάμβου»· και τους διεκδικούν με φανατισμό και με ταυτόχρονη κακοποίηση της αριθμητικής, μιας και συχνά το ανυπεράσπιστο «εκατό» φτάνει να αποτελείται από εκατόν είκοσι μονάδες, ώστε να ικανοποιηθούν όλοι οι ενδιαφερόμενοι. Αν προστεθεί η παλαιά έφεση των κομματικών μηχανισμών να κατασκευάζουν ποικίλους συλλόγους-σφραγίδες, ώστε να αθροίζουν τα τίποτε και να χαίρονται την ψευδαίσθηση του πλήθους και του όγκου, σχηματίζεται πλήρης η εικόνα της «αυτοτέλειας» που απολαμβάνουν οι μαζικοί φορείς: εικόνα θλίψης.

Του ΠΑΝΤΕΛΗ ΜΠΟΥΚΑΛΑ