ΠΡΟΕΚΤΑΣΕΙΣ (21-10-99)

Διασπορά

Η ευρύτατη διασπορά αμερικανικών πυρηνικών όπλων σε συμμαχικές χώρες κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, υπηρέτησε δύο υψίστης προτεραιότητος στρατηγικές σκοπιμότητες. Η πρώτη ήταν η προσπάθεια να εξισορροπηθεί η ογκώδης σοβιετική συμβατική παρουσία στην Κεντρική Ευρώπη με την απειλή πυρηνικών πληγμάτων που δεν θα έθιγαν το έδαφος της ΕΣΣΔ και δεν θα προέρχονταν από αμερικανικό έδαφος. Ετσι, η Ουάσιγκτον ήλπιζε να καταστήσει αξιόπιστο το σενάριο ενός περιορισμένου πυρηνικού πολέμου, και να ενισχύσει την ηγεμονική της παρουσία στη Δυτική Ευρώπη, χωρίς να εκθέσει το εθνικό αμερικανικό έδαφος σε κίνδυνο πυρηνικών αντιποίνων. Η δεύτερη ήταν η αυτόματη πρόσδεση των χωρών που εν γνώσει τους ή εν αγνοία τους φιλοξενούσαν αμερικανικά πυρηνικά όπλα στις επιλογές της Ουάσιγκτον: Παρ' όλα τα όποια πολιτικά ανοίγματα της ΕΣΣΔ προς Δυτικοευρωπαίους και άλλους εταίρους των ΗΠΑ, η παρουσία αμερικανικών πυρηνικών όπλων στο έδαφός τους τις καθιστούσε εχθρικούς στόχους στο σοβιετικό πυρηνικό επιχειρησιακό σχεδιασμό. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Οστπολιτίκ του Βίλι Μπραντ απονευρώθηκε λίγα χρόνια μετά μέσα στη δίνη της διένεξης των ευρωπυραύλων. Σήμερα, δέκα χρόνια μετά τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου η «Μόνη Υπερδύναμη» εξακολουθεί να προωθεί τις ίδιες προτεραιότητες με άλλες όμως μεθοδεύσεις. Η οικοδόμηση μιας αντιπυραυλικής ασπίδας για την προστασία του εθνικού εδάφους των ΗΠΑ από πυρηνική απειλή που μπορεί να προέλθει από «κράτη ταραξίες» έχει ως διακηρυγμένο στόχο την κατοχύρωση της δυνατότητας πίεσης των χωρών αυτών με την απειλή χρήσης πυρηνικών όπλων ή ακόμη και επιθέσεις κατά των πυρηνικών τους εγκαταστάσεων. Πραγματικός όμως στόχος είναι η αποτροπή αμφισβήτησης της αμερικανικής υπεροχής από περιφερειακές δυνάμεις όπως η Κίνα και η Ινδία. Από την άλλη μεριά η νέα δομή του ΝΑΤΟ και συγκεκριμένα οι «Μικτές Δυνάμεις Συγκεκριμένης Αποστολής» (Combined Joint Task Forces ή CJTF) αλλά και η ανάθεση αποστολών στην ΔΕΕ με τη μορφή υπεργολαβίας, αποσκοπούν στην εκμαίευση της πολιτικής ευθυγράμμισης των εταίρων μέσω του επιχειρησιακού αυτοματισμού.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ