Κύριο άρθρο της 07-10-99

Ελλάδος γήρανση

Εντυπωσιακές, ομολογουμένως, πλευρές της γνωστής καταστάσεως προϊούσης γηράνσεως του πληθυσμού της Ελλάδος, αναδεικνύει μελέτη του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (σελ. 3). Εν πρώτοις, προκαλεί σοκ η ταχύτης αυξήσεως του δείκτου γηράνσεως, δηλαδή του αριθμού ηλικιωμένων ατόμων άνω των 65 ετών ανά 100 παιδιά, ηλικίας έως 14 ετών. Σχεδόν προ αιώνος, το 1907, αντιστοιχούσαν 10,5 ηλικιωμένοι ανά 100 παιδιά. Χρειάστηκε περίπου μια πεντηκονταετία, ο πόλεμος, η κατοχή και ο εμφύλιος, για να φθάσει ο δείκτης γηράνσεως, το 1951, στο 24,1. Ηταν αρκετή, όμως, μια εικοσαετία και η μετανάστευση για να διπλασιαστεί, σχεδόν, εκ νέου ο δείκτης αυτός, το 1971, και να φθάσει στο 44. Μια εικοσαετία επιπλέον και ο δείκτης αυτός, το 1991, είχε εκτοξευθεί στο 77,1 - υπερδεκαπλάσιος, δηλαδή, του 1907. Η κατάσταση εμφανίζεται ακόμη δυσμενέστερη, αν εξεταστεί κατά περιοχές της χώρας. Σε εννέα νομούς τα άτομα άνω των 65 ετών υπερβαίνουν ήδη τον αριθμό των παιδιών κάτω των 14. Ο δείκτης γηράνσεως είναι 125,5 στη Φωκίδα, 122 στην Αρκαδία, 118 στη Λακωνία, 124,6 στη Σάμο, 120 στη Λέσβο κ.ο.κ. Περιφέρειες εθνικά ευαίσθητες, όπως π.χ. τα νησιά του Β. Αιγαίου, ή κάποτε ακμάζουσες, όπως η Πελοπόννησος και τα Ιόνια, σήμερα εμφανίζουν δείκτες γηράνσεως 114, 98 και 98 αντιστοίχως. Επιπροσθέτως, η Ελλάς γηράσκει με ρυθμό ταχύτερο οιασδήποτε άλλης χώρας-μέλους της ΕΟΚ των «12» κατά την τριακονταετία 1961-1991. Σήμερα έχει τη δωδέκατη θέση στον κόσμο ως προς τη σχέση ηλικιωμένων στο σύνολο του πληθυσμού και την πέμπτη μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, ενώ το 1961 είχε τη χαμηλότερη αναλογία έναντι όλων των χωρών της ΕΟΚ. Οι αριθμοί αυτοί, αφ' ενός, προκαλούν ικανοποίηση, διότι αποδεικνύουν ότι οι πρόοδοι της ιατρικής περιθάλψεως και της ανόδου του βιοτικού επιπέδου φθάνουν στο σύνολο, σχεδόν, του ηλικιωμένου πληθυσμού, αυξάνοντας διαρκώς το προσδόκιμο όριο επιβιώσεως, το οποίο ήδη ανέρχεται στα 75 έτη για τους άνδρες και στα 81 για τις γυναίκες. Αφ' ετέρου, όμως, δίδουν αφορμή για σοβαρό προβληματισμό τόσον περί της μακροπροθέσμου επιβιώσεως του ελληνικού έθνους, δεδομένου ότι συντόμως οι γεννήσεις δεν θα αρκούν για να καλύψουν τους θανάτους, όσον και περί της μελλοντικής ευημερίας του πληθυσμού. Εάν η γεννητικότης δεν υπερκαλύπτει τις συνέπειες της αυξανόμενης μακροβιότητος, τότε η γήρανση του πληθυσμού έχει αρνητικές συνέπειες στην παραγωγικότητα της οικονομίας, τη διανομή του εισοδήματος, την αύξηση των υγειονομικών δαπανών και τις δυνατότητες του ασφαλιστικού συστήματος. Διαγράφεται σοβαρός κίνδυνος φτώχειας και κοινωνικής υποβαθμίσεως ή ακόμη και περιθωριοποιήσεως και αποκλεισμού μεγάλων ομάδων της κοινωνίας, κατά πρώτον ηλικιωμένων - αλλά όχι μόνον. Αποτελεί κοινοτοπία η επανάληψη της παροτρύνσεως περί λήψεως μέτρων ενθαρρύνσεως της γεννητικότητος των Ελλήνων, αλλά οφείλουμε να υπογραμμίσουμε ότι η παρατεταμένη αγνόηση αυτής της ανάγκης, θα θέσει μελλοντικά εν κινδύνω ακόμη και αυτή τη θέση της Ελλάδος ως μιας των ανεπτυγμένων χωρών του πλανήτη.