Κύριο άρθρο της 18-08-99

Με αφορμή το σεισμό

Το τόξο της Ανατολίας δεν γνωρίζει σύνορα. Ξεκινά από τις Βόρειες Σποράδες, διαπερνά το Βορειοανατολικό Αιγαίο και απ' εκεί απλώνεται στα παράλια της Μικράς Ασίας, ανεβαίνει στην Κωνσταντινούπολη και καλύπτει σχεδόν όλο το βόρειο τμήμα της εχθρικής γείτονος. Ο Εγκέλαδος, με άλλους λόγους, αγνοεί ορόσημα και διαχωριστικές γραμμές. Προϋπάρχει της χαράξεως αυτών και κατά καιρούς χτυπά, άλλοτε το ανατολικό τμήμα του ρήγματος και άλλοτε το δυτικό. Χθες ήταν η Πόλη και η Νικομήδεια, σε προηγούμενα χρόνια ήταν τα ενδότερα της Τουρκίας που χτυπήθηκαν από τη μανία του Εγκέλαδου και αύριο το κακό μπορεί να πλήξει με την αυτή ανεξέλεγκτη ισχύ κάποιο από τα ελληνικά νησιά του Αιγαίου ή τα παράλια της Μαγνησίας και της Θεσσαλονίκης. Ουδείς επιχειρεί να συνδυάσει καθ' οιονδήποτε τρόπο πολιτικώς τον τρομακτικό σε μέγεθος και καταστροφικότατο χθεσινό σεισμό στη γειτονική Τουρκία με τις διμερείς διαφορές, ούτε χρειάζεται να επικαλεσθεί το γνωστό σύνθημα των αναρχικών «Το Αιγαίο ανήκει στα ψάρια» για να υποστηρίξει τις αναγκαιότητες μιας ελαχίστου προσεγγίσεως των δύο χωρών. Απλώς τέτοιες φυσικές καταστροφές, όπως η χθεσινή, που δεν έχουν όρια και δεν ξεχωρίζουν τα ανθρώπινα σύνορα, έρχονται κάθε φορά να επιβεβαιώσουν τη γειτνίαση, το κοινό των προβλημάτων, την ανάγκη επαφής, επικοινωνίας και βοήθειας, τουλάχιστον σε τέτοιες έκτακτες συνθήκες, οι οποίες ανά πάσα στιγμή μπορεί να εμφανισθούν και στις δύο πλευρές της θάλασσας, που χωρίζει τις δύο χώρες. Καλώς λοιπόν, πολύ καλώς μάλιστα, η ελληνική κυβέρνηση έσπευσε να προσφέρει βοήθεια στο τουρκικό κράτος και στους πληγέντες από το σεισμό πολίτες της γειτονικής χώρας. Και περισσότερη συνδρομή είναι χρήσιμο και ωφέλιμο να δοθεί, στο βαθμό που χρειάζεται. Και είναι ορθό επίσης, κατανοητό από τον καθένα να υπάρξει κλίμα συνεργασίας, εκεί όπου διαπιστώνονται κοινές απειλές και κοινά συμφέροντα μεταξύ των πολιτών των δύο χωρών. Υπάρχουν πεδία συνεργασίας και δυνατότητες να αντιμετωπισθούν κοινά προβλήματα, που σήμερα παραμένουν άλυτα, περιβαλλόμενα από αυτήν την ένθεν κακείθεν επικρατούσα καχυποψία. Ο ελληνοτουρκικός διάλογος, που ξεκίνησε προσφάτως, σε ελάσσονα ζητήματα, που δεν άπτονται κυριαρχικών εθνικών δικαιωμάτων, είναι δυνατόν να καλύψει συγκεκριμένες ανάγκες των εγγύτερων πληθυσμών των δύο χωρών. Θέματα του τουρισμού, του εμπορίου, της λαθρομεταναστεύσεως, της αντιμετωπίσεως του κοινού εγκλήματος ή της εκατέρωθεν βοήθειας σε περιπτώσεις φυσικών καταστροφών, μπορούν να αντιμετωπισθούν από κοινού και, γιατί όχι, να αποτελέσουν βάσεις μιας εγγύτερης προσέγγισης, που τουλάχιστον θα άμβλυνε την επί χρόνια διατηρούμενη ένταση μεταξύ των δύο χωρών.