ΠΑΡΕΝΕΡΓΕΙΕΣ (13-08-99)

Eνα πραγματικό θρίλερ προηγήθηκε της απελευθέρωσης των δύο Ισραηλινών πρακτόρων, Ιγκάλ Νταμάρ και Ουντί Αργκόβ, από την κυπριακή κυβέρνηση, με την επίκληση λόγων εθνικού συμφέροντος, αφού είχαν εκτίσει, για πολλούς μήνες, περίπου το ένα τρίτο της ποινής που τους είχε επιβάλει το δικαστήριο της Λάρνακας. Η αιτία ήταν ότι πέρυσι κατασκόπευαν κοινές κυπριακές και ελληνικές ασκήσεις, κάτι που ενώ ερμηνεύθηκε ως «εξυπηρέτηση» προς την Αγκυρα, μάλλον είναι ακόμη χειρότερο, αφού όπως προκύπτει έγινε για ίδιον, ίσως δε και αμερικανικό όφελος. Οι πιέσεις που ασκήθηκαν στη Λευκωσία όλο αυτό το διάστημα ήταν αφόρητες και δεν προέρχονταν μόνον από το Τελ Αβίβ, αλλά και από την Ουάσιγκτον καθώς και από παράγοντες της εβραϊκής διασποράς από πολλές χώρες.

Eκείνο όμως που είναι εξαιρετικά διδακτικό να παρακολουθήσει κανείς, είναι η ακόλουθη κλιμάκωση στα διαπραγματευτικά «όπλα» που επιστρατεύτηκαν όλο αυτό το διάστημα από τους ενδιαφερομένους για την απελευθέρωση των κατασκόπων. Και αυτό, όχι τόσο πολύ για την Κύπρο όσο για την Ελλάδα, μία χώρα που έχει από καιρό ξεχάσει να διαπραγματεύεται σε «επικίνδυνα» θέματα και που πολύ πρόσφατα είδε κωμικοτραγικές εικόνες να συμβαίνουν στις μυστικές υπηρεσίες της, με τις «δεσποινίδες Κατεχάκη» και τις κλαδικές πρακτόρων.

Tο πρώτο στάδιο, λοιπόν, ήταν οι πιέσεις από την επίσημη ισραηλινή πλευρά με την επίκληση της λογικής. Τόσο κατά τη σχετική επίσκεψη του προέδρου Βάισμαν στον πρόεδρο Κληρίδη όσο και σε συναντήσεις χαμηλότερου επιπέδου μεταξύ Κυπρίων και Ισραηλινών αξιωματούχων, η ισραηλινή πλευρά προσπάθησε να εξηγήσει ότι θα ήταν λάθος να συνδέεται η αποστολή των δύο κατασκόπων με το θέμα των S300, για τον απλούστατο λόγο ότι έχουν στη διάθεσή τους άλλα μέσα που τους επέτρεπαν, όπως αποκάλυψαν, να γνωρίζουν ακριβώς τι είχε συμβεί με τους πυραύλους, χωρίς να χρειάζεται επιτόπια... έρευνα! Ηταν ένα... πικρό επιχείρημα, στο οποίο η κυπριακή πλευρά αντέδρασε με απόλυτη αμηχανία.

Aντιθέτως, είπαν, σκοπός της αποστολής ήταν να παρακολουθήσει αν φτάνει στην Κύπρο άλλο είδος οπλισμού, αμερικανικής μάλιστα προέλευσης, κάτι που πρέπει να συνδέεται, αλλά με «σκοτεινό» τρόπο, με την έρευνα της αμερικανικής Γερουσίας για τον παράνομα ευρισκόμενο αμερικανικό οπλισμό στην Κύπρο. Η έρευνα είχε αρχίσει έπειτα από πρόταση της γερουσιαστού Μαλόνι της Νέας Υόρκης που διατηρεί στενή σχέση με την ελληνική ομογένεια, με σκοπό να συλλέγουν στοιχεία που θα μπορούσαν να αποδείξουν αυτό που οι πάντες, πλην της αμερικανικής κυβέρνησης γνωρίζουν, ότι μέγα μέρος του στρατού κατοχής είναι εξοπλισμένο με αμερικανικό οπλισμό, κάτι που παραβιάζει ευθέως την αμερικανική νομοθεσία. Τώρα το πώς αυτή η έρευνα πήρε, αν πήρε, τέτοια τροπή, παραμένει μυστήριο.

Tο επόμενο επιχείρημα των Ισραηλινών ήταν... συναισθηματικής φύσεως: οι δύο πράκτορες θεωρούνται εθνικοί ήρωες στη χώρα τους, καθώς έχουν φέρει εις πέρας πλήθος σημαντικότατες αποστολές και υπάρχει μεγάλη ευαισθησία για την τύχη τους στην κοινή γνώμη, πράγμα όχι εύκολο να εξηγηθεί, διότι τι είδους πράκτορες μπορεί να είναι, και μάλιστα αποτελεσματικοί, όταν είναι... δημόσια πρόσωπα... Εδώ ένας Καλεντερίδης έγινε διάσημος και «ξηλώθηκε» από τις μυστικές υπηρεσίες, όχι μόνον ο ίδιος, αλλά και ο μεγαλύτερος σε ηλικία, συνταγματάρχης αδελφός του...

Kαι αφού περνούσε ο καιρός και όλα αυτά δεν έφερναν τα αναμενόμενα αποτελέσματα, οι πιέσεις άλλαξαν χαρακτήρα. Ετσι, φέτος, ήταν η πρώτη χρονιά που δεν κατάφερε να περάσει από την αμερικανική Γερουσία το ψήφισμα για τους αγνοούμενους του 1974, το οποίο κάθε χρόνο συγκέντρωνε μεγάλο αριθμό ψήφων. Μετά την κινητοποίηση του εβραϊκού λόμπι στις ΗΠΑ και με ρητή επίκληση της κράτησης των δύο κατασκόπων ως κινήτρου γι' αυτή τη στάση, ελάχιστοι ήταν οι γερουσιαστές που ψήφισαν θετικά και ασφαλώς όχι αρκετοί για να εγκριθεί το ψήφισμα. Επιπλέον, τους επόμενους μήνες ακολούθησαν επισκέψεις αντιπροσωπειών της εβραϊκής διασποράς στη Λευκωσία, από τις ΗΠΑ, τον Καναδά και άλλα μέρη, οι οποίες πίεζαν αφόρητα για την απελευθέρωση.

Aλλά η Λευκωσία εξακολούθησε να παραμένει ανένδοτη. Και η ισραηλινή πλευρά πέρασε στην επόμενη φάση, που περιελάμβανε απειλές και υποσχέσεις, οι οποίες σχετίζονταν κυρίως με τη διεξαγωγή του διαλόγου που αναμένεται, αν συμφωνήσουν και οι Τουρκοκύπριοι, να διεξαχθεί το φθινόπωρο στις ΗΠΑ. Εν μέρει επισήμως, εν μέρει ανεπισήμως, οι Ισραηλινοί προειδοποίησαν ότι θα σταθούν εχθρικά προς την Κύπρο, είτε επιχειρώντας να δυναμιτίσουν το διάλογο είτε κατά τη διάρκειά του. Την ίδια στιγμή υποσχέθηκαν ότι, αν αντίθετα απελευθερώνονταν οι πράκτορές τους, το Τελ Αβίβ θα ασκούσε πίεση προς την Αγκυρα για να προσέλθει ο κατοχικός ηγέτης Ραούφ Ντεκτάς στο διάλογο. Προσδιόρισαν μάλιστα την πίεση προς τον Τούρκο πρόεδρο Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ και την ηγεσία των ενόπλων δυνάμεων, αποκλείοντας ρητά τον πρωθυπουργό Μπουλέντ Ετσεβίτ, με το αιτιολογικό ότι είναι εντελώς αδιάλλακτος στο θέμα. Επίσης, δεν παρέλειψαν να υποσχεθούν και κάποια βοήθεια σε οπλισμό, αλλά μάλλον περιορισμένης σημασίας.

Aκόμη, παρά το γεγονός ότι έχει επανειλημμένως τονίσει ότι η συνεργασία της με την Τουρκία δεν στρέφεται σε καμία περίπτωση κατά της Κύπρου, η ισραηλινή πλευρά, έφερε ως ένα ακόμη επιχείρημα για την απελευθέρωση των δύο κατασκόπων, τη βελτίωση του κλίματος μεταξύ του Ισραήλ και της Συρίας, συνδέοντας τους δύο με αυτή τη διαδικασία και λέγοντας ότι αν αποδώσει καρπούς, τότε η Λευκωσία θα μπορεί να νιώθει πολύ πιο ασφαλής απέναντι στον τουρκοϊσραηλινό άξονα, αφού αυτός εκ των πραγμάτων θα χαλαρώσει. Τέλος, δεν παρέλειψαν να ζητήσουν και από την Αθήνα να ασκήσει πίεση προς τη Λευκωσία, συνδέοντας το θέμα και με μία επίσκεψη Σημίτη στο Τελ Αβίβ, που προετοιμάζεται για να ακολουθήσει το ταξίδι του Ακη Τσοχατζόπουλου. Περιττό ίσως να προστεθεί ότι και οι αμερικανικές αρχές παρενέβησαν συχνά και σε υψηλότατο επίπεδο σε όλη αυτή τη διαδικασία, καθώς, πέραν των παραδοσιακών δεσμών συμμαχίας μεταξύ ΗΠΑ - Ισραήλ, η παρουσία του εβραϊκού στοιχείου είναι εξαιρετικά έντονη στην κυβέρνηση Κλίντον.

Tο μόνο που μένει τώρα, ύστερα από όλα αυτά, είναι η απορία για το αν η ισραηλινή πλευρά θα κρατήσει τις υποσχέσεις της, όχι μόνον να σταματήσει την εχθρική στάση προς την Κύπρο, αλλά και να παρέμβει θετικά. Λίαν αμφίβολο, καθώς η συνεργασία της με την Αγκυρα έχει πλέον πάρα πολύ μεγάλη έκταση. Αλλά, ακόμη και αυτό να μη συμβεί τελικά, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η κυπριακή κυβέρνηση έπραξε σωστά και «άντεξε» τόσο ώστε οι κραυγές της αντιπολίτευσης για υποδούλωση στους ξένους να είναι εκτός πραγματικότητας, ενώ, αν και από όχι ιδιαίτερα ευνοϊκή θέση, έκανε μια στοιχειώδη διαπραγμάτευση, που δύσκολα θα φανταζόταν κανείς να είναι σε θέση να κάνει σήμερα η Αθήνα, αν υπήρχε ανάλογη αιτία.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ Π. ΜΑΛΟΥΧΟΣ

Ο κ. Θ. Οικονομόπουλος λείπει σε άδεια.