ΠΑΡΕΝΕΡΓΕΙΕΣ (10-08-99)

Tελικά, τις καλύτερες πολιτικές αναλύσεις για τη σημερινή κατάστασης στη Ρωσία, θα μπορούσε να τις γράψει μία ομάδα με μέλη ιστορικούς της δυναστείας των Ρομανώφ και της μαφίας. Γιατί, ο Ρώσος πρόεδρος Μπόρις Γέλτσιν, σε πείσμα της... τρίτης χιλιετίας, επιμένει να διοικεί τη χώρα όπως ακριβώς οι εστεμμένοι πρόγονοί του, ενώ η μαφία οργιάζει, επιβάλλοντας το νόμο της στο διαλυμένο κράτος ενός περήφανου και μεγάλου λαού, που και η πνευματική προσφορά του και οι θυσίες του για την ελευθερία στις κάθε μορφής δικτατορίες δεν έχουν πολλά ανάλογα στην ιστορία.

H τοποθέτηση, από τον Γέλτσιν, του αρχηγού των μυστικών υπηρεσιών Πούτιν (κορυφαίου πράκτορα της Μόσχας στη Γερμανία στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου) ως πρωθυπουργού της χώρας, πέραν του ότι δείχνει το μέτρο του ρόλου τους στη ρωσική δημόσια ζωή, σηματοδοτεί μία προσπάθεια του Ρώσου προέδρου να απαλλαγεί για όσο περισσότερο χρόνο μπορεί, όχι μόνον από το φάσμα των εκλογών, αλλά και από τις ενοχλητικές έρευνες για τις δραστηριότητες ανθρώπων του στενού περιβάλλοντός του. Είναι πολύ ενδιαφέρον, το πόσο «πιστός» οπαδός του Λένιν αποδεικνύεται, τελικά, ο αντικομμουνιστής Γέλτσιν, εφαρμόζοντας συστηματικά πολλές από τις μεθόδους που δίδαξε ο πατέρας της επανάστασης.

Eυτυχώς, στα καθ' ημάς, η προεδρολογία, που αυτές τις ημέρες είναι στις δόξες της, έχει εντελώς άλλο περιεχόμενο. Και αυτή τη φορά παρουσιάζει και ουσιαστικό ενδιαφέρον, καθώς οι πυκνές ασκήσεις επί χάρτου που διεξάγονται αυτές τις ημέρες είναι αρκετά ενδεικτικές για το πού μπορεί να βρίσκονται τα πραγματικά όρια του συστήματος. Η κυβέρνηση άνοιξε ουσιαστικά τα χαρτιά της, τα οποία έκρυβαν ένα και μόνο «διά ταύτα»: όχι πρόωρες εκλογές τον Μάρτιο. Ετσι, στο Μέγαρο Μαξίμου, ουδείς ασχολείται με τα ουσιαστικά χαρακτηριστικά που θα έχει το πρόσωπο που θα κληθεί να ενσαρκώσει το θεσμό. Η σκέψη όλων βρίσκεται στραμμένη αποκλειστικά στις ισορροπίες που κάθε πιθανή υποψηφιότητα θα μπορέσει να διαμορφώσει, κάτι που ισχύει και για τη Ν.Δ.: Αν δεν είχε την (εικαζόμενη) στήριξη του ΠΑΣΟΚ, ο Κωστής Στεφανόπουλος θα ήταν ένας πιθανότατος υποψήφιος της αντιπολίτευσης.

Aπό κυβερνητικής πλευράς, λοιπόν, έχουμε ως απόλυτο «όριο» της διαπραγμάτευσης ότι πρέπει πάση θυσία να μην πάμε σε εκλογές μέχρι τουλάχιστον να «μπουν οι υπογραφές» της ΟΝΕ. Και αν, επιπλέον, θυμηθούμε ότι η πολιτική (πρέπει να) είναι αποκλειστικά θέμα προτεραιοτήτων, φαίνεται να υπάρχει μία λύση για τον πρωθυπουργό, λύση προφανής και απείρως απλούστερη από όσο ίσως τη φαντάζεται: Να ψηφίσει το ΠΑΣΟΚ τον υποψήφιο της Ν.Δ.! Προσοχή, δεν είναι καθόλου αστείο. Διερευνώντας, λοιπόν, τα όρια του συστήματος, ας δούμε, έτσι, ως «άσκηση» το γιατί θα μπορούσε να γίνει, χωρίς όμως τη χρέωση της αυταπάτης της πεποίθησης ότι τελικά θα γίνει.

Mε την εκλογή του Κωστή Στεφανόπουλου από τον Ανδρέα Παπανδρέου, στο ΠΑΣΟΚ έχει ήδη διαμορφωθεί παράδοση υποστήριξης προέδρων που προέρχονται από τον «αντίπαλο» χώρο: Είναι μία διαδικασία που, στην ουσία της, το κόμμα την έχει αποδεχθεί. Ετσι, χάριν του εθνικού συμφέροντος (ΟΝΕ) και με τη βοήθεια αυτού του προηγουμένου, ο Κώστας Σημίτης έχει, έναντι του ΠΑΣΟΚ, το άλλοθι να «διατάξει» το κόμμα να ψηφίσει οποιονδήποτε υποψήφιο προτείνει η Ν.Δ., χωρίς μάλιστα η κυβέρνηση να υποστεί αλλοίωση του κύρους της - το αντίθετο, μάλιστα, αφού η θυσία γίνεται για εθνικό σκοπό. Ακόμη και τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη (που αποτελεί πάντα το «κόκκινο πανί» για ότι έχει μείνει από το «ιστορικό ΠΑΣΟΚ») αν αποφασίσει τελικά να ψηφίσει η Ν.Δ., ο πρωθυπουργός, υπό αυτές τις συνθήκες, μπορεί να ακολουθήσει.

Aλλωστε, τα πράγματα θα μπορούσαν να γίνουν ακόμη πιο συναινετικά. Η εποικοδομητική αντιπολίτευση την οποία ευαγγελίζεται η Ρηγίλλης, της επιτρέπει να συνεργαστεί και εκείνη σε μια τέτοια προσέγγιση, χάριν της ΟΝΕ. Το ερώτημα είναι, βεβαίως, αν έχει κάποιο συμφέρον να το κάνει. Ισως και να έχει. Σήμερα μοιάζει αδύνατον, αλλά ουδείς μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο, μία αναταραχή από πρόωρες εκλογές, που ενδεχομένως θα φέρουν τη Ν.Δ. στην εξουσία, να συνδυαστεί με κάποια ξαφνική παράταση ή εμπλοκή στο θέμα της ΟΝΕ, ανεξάρτητα από τυχόν ουσιαστικά αίτια. Θέλουν στη Ρηγίλλης να έρθουν αντιμέτωποι, έστω και με την ελάχιστη αυτή πιθανότητα; Αφού, ούτως ή άλλως, οι πρόσφατες ευρωεκλογές έδειξαν ότι ελάχιστα είναι τα προεκλογικά οφέλη που μπορεί να προσδοκά το ΠΑΣΟΚ από την επίτευξη αυτής της ένταξης.

Eπειδή, όμως, η κυβέρνηση δεν μοιάζει αρκετά ασφαλής με τον εαυτό της ώστε να πραγματοποιήσει (ή έστω και να σκεφτεί σοβαρά) έναν τέτοιο χειρισμό, η προεδρολογία φουντώνει και συνεχίζεται η διερεύνηση περί τα πρόσωπα. Ψάχνοντας, λοιπόν, ποιες θα μπορούσαν να ήταν οι «ακαταμάχητες» υποψηφιότητες, που θα συσπείρωναν τον ελάχιστο αριθμό των 180 βουλευτών, φαίνεται ότι τα στελέχη της Ηρώδου Αττικού έφτασαν, όχι δύσκολα, στον Μίκη Θεοδωράκη, αφορμής δοθείσης και από την αποφασιστική στάση που τήρησε στην υπόθεση Οτσαλάν, η οποία από πολλούς ερμηνεύτηκε ως πράξη στήριξης στην κυβέρνηση Σημίτη. Και πράγματι, το όνομα Μίκης Θεοδωράκης είναι ένα από τα ελάχιστα στη σημερινή Ελλάδα, που έχουν το εκτόπισμα που δύσκολα μπορεί να αρνηθεί κανείς. Η περίπτωση παρουσιάζει αναλογίες, σε ακόμη πιο ευνοϊκή εκδοχή, με την ανάδειξη του διεθνούς φήμης πιανίστα Ιγνάντιου Παντερέτσκι σε πρωθυπουργό της Πολωνίας στις αρχές του αιώνα.

Δεν υπάρχει, φυσικά, αμφιβολία ότι πρόκειται για ένα πρόσωπο που θα ήταν ευτύχημα να δεχθεί να θέσει το βεληνεκές του στην υπηρεσία της χώρας, μέσω της άσκησης του ύπατου αξιώματός της. Μάλιστα, θα ήταν πολύ πιο πρακτικό για την κυβέρνηση να μη διακινδύνευε να «καεί» αυτό το χαρτί προβάλλοντάς το άγαρμπα, αλλά να άφηνε πρώτη τη Ν.Δ. να πάει προς τα εκεί και εκείνη να συναινούσε, βάσει του ως άνω «σεναρίου» - δεν μπόρεσε να το κάνει. Εκείνο όμως που πρέπει να έχει υπόψη της η κυβέρνηση είναι ότι στο πρόσωπο του Μίκη Θεοδωράκη θα αναδείξει έναν «ασυμβίβαστο» πρόεδρο, ο οποίος θα εκφέρει λόγο στα μεγάλα θέματα, κατά τη δική του κρίση. Αλλά είναι κυριολεκτικά φύσει αδύνατον, αυτό το επίμονο ανθρώπινο ηφαίστειο να παραμείνει σιωπηρό, επειδή έτσι (υποτίθεται ότι) πρέπει να ασκεί τα καθήκοντά του ο πρόεδρος της Δημοκρατίας. Σε περίπτωση εκλογής του, Βουλή, κυβέρνηση και αντιπολίτευση, θα πρέπει πλέον να είναι έτοιμες να «αναμετρηθούν» με ένα «θεριό», το οποίο δεν πρόκειται ποτέ να τους κάνει τη χάρη να κοιμηθεί - μη λένε μετά ότι δεν ήξεραν! Αν είναι πράγματι έτοιμες για την ανάληψη αυτού του «κινδύνου», τότε, θα πει ότι το πολιτικό σύστημα έχει ωριμάσει πολύ περισσότερο από όσο μέχρι σήμερα νομίζαμε. Είθε...
ΓΕΩΡΓΙΟΣ Π. ΜΑΛΟΥΧΟΣ

Ο κ. Θ. Οικονομόπουλος λείπει σε άδεια.