Κύριο άρθρο της 30-07-99

Ολίσθημα

Η σπουδή με την οποία ο υπουργός Εξωτερικών κ. Γ. Παπανδρέου επανέλαβε χθες, σε ιδιωτικό ραδιοφωνικό σταθμό, τα όσα είχε αναφέρει σε συνέντευξή του προς μηνιαίο περιοδικό στις αρχές της εβδομάδος, προδίδει ότι δεν πρόκειται για γλωσσικό ολίσθημα, αλλά για προαποφασισμένη κίνηση. Η εκτίμηση αυτή επιβεβαιώνεται τόσο από την κάλυψη, που ασμένως προσέφερε στον υπουργό ο κυβερνητικός εκπρόσωπος και το πρωθυπουργικό περιβάλλον, όσο και από τις προβληθείσες αιτιολογίες, σύμφωνα με τις οποίες η ανοχή του «αυτοπροσδιορισμού» των Ελλήνων υπηκόων είναι διεθνής συμβατική υποχρέωση της χώρας. Η κυβέρνηση, όμως, γνωρίζει πολύ καλά ότι το ζήτημα δεν είναι αυτό. Η Ελλάδα δεν κωλύει τον «αυτοπροσδιορισμό» κάθε πολίτη της σε ατομικό επίπεδο και οι -τα μάλα θορυβούντες- υποτιθέμενοι εκπρόσωποι μειονοτήτων δεν ενδιαφέρονται γι' αυτόν. Τα περί αυτοπροσδιορισμού αποτελούν νομικό καρύκευμα στην καθαρά πολιτική και νομικώς αστήρικτη απόπειρα διαφόρων κύκλων να διεκδικήσουν επίσημη συλλογική αναγνώριση και εκπροσώπηση πληθυσμιακών ομάδων. Η επιδίωξη αυτή συνδέεται άλλοτε με ανοικτές παρεμβάσεις ξένων χωρών, άλλοτε με ιδιωτικά συμφέροντα, προωθείται, δε, συχνά ερήμην των ίδιων των φερομένων «μειονοτικών» και με πρόδηλο στόχο την αμφισβήτηση της εθνικής κυριαρχίας. Οι δηλώσεις του υπουργού Εξωτερικών, «χαλαρές» και χωρίς νομικές ή διπλωματικές διευκρινίσεις, με ύφος προσήκον όχι στη διπλωματία και το διεθνές δίκαιο, αλλά σε περιοδικό ποικίλης ύλης, ανοίγουν την πόρτα σε πολιτικές διεκδικήσεις απαράδεκτες στο πλαίσιο κυρίαρχου κράτους και εντελώς άσχετες με το ζήτημα του αυτοπροσδιορισμού. Πολλώ μάλλον, καθώς ο κ. Παπανδρέου φρόντισε να θέσει ως μόνο «όρο» τη μη αμφισβήτηση των συνόρων, χωρίς να αναφερθεί καν στην ανάγκη σεβασμού της έννομης τάξεως της χώρας και των αρχών της δημοκρατίας μας· αρχών που, ως γνωστόν, δεν ανθούν στον περίγυρό μας, ούτε στις χώρες που ανακινούν τα περί μειονοτήτων. Υπό το φως των κινδύνων αυτών, οι δηλώσεις του υπουργού Εξωτερικών και η στήριξή τους από το Μαξίμου εκπέμπουν «σήμα» κυοφορουμένης μείζονος αλλαγής πολιτικής, που επιχειρείται χωρίς προεργασία, χωρίς διακομματική -ή καν ευρεία ενδοκυβερνητική- συνεννόηση, αλλά και χωρίς κανέναν ορατό σχεδιασμό ως προς τους απώτερους στόχους. Το δε γεγονός ότι μία τέτοια διπλωματική στροφή προαναγγέλθηκε με συνέντευξη του αρμοδίου υπουργού σε περιοδικό «λάιφ στάιλ» συνοδευθείσα από ραδιοφωνική «δευτερολογία», απλώς μαρτυρεί ότι η επιπολαιότητα και η απερισκεψία δεν χαρακτηρίζουν μόνον την ουσία των θέσεων: επεκτείνονται ακόμη και στην τακτική...