ΣΤΑΣΕΙΣ (15-07-99)

Ευκολίες...

«Ελα, μωρέ. Ολοι τα παίρνουνε». Απ' όπου κι αν ξεκινάει η συζήτηση, κι όποιοι κι αν ξετυλίγουν το νήμα της, στο ίδιο πόρισμα θα καταλήξει, αργά ή γρήγορα, κι όσο η αλκοόλη λύνει τη γλώσσα και δένει τη σκέψη. Είτε στο καφενείο γίνεται η κουβέντα, ανάμεσα σε δύο παρτίδες, είτε στις κερκίδες, όσο η παρέα περιμένει ν' αρχίσει το παιγνίδι, είτε στο καράβι, όπου οι άγνωστοι ανταλλάσσουν λίγες φράσεις για να περάσει η ώρα, η ίδια θεότητα βγαίνει κερδισμένη: η διαφθορά. «Ολοι τα παίρνουν, φως φανάρι» συμφωνούν οι συνομιλητές, εξαιρώντας ταπεινά την εξοχότητά τους. Κι επειδή τέτοια δικαστήρια στήνονται χιλιάδες καθ' εκάστην, και πάντοτε οι δικάζοντες αυτοεξαιρούνται από τους «πάντες που τα παίρνουν», τελικά, βγαίνουμε όλοι άμωμοι και αμόλυντοι. Και συνεχίζουμε το τροπάρι μας. Οι δημοσιογράφοι είναι βέβαιοι ότι «τα παίρνουν» οι γιατροί, όλοι οι γιατροί. Οι γιατροί ισοφαρίζουν, πιστεύοντας ότι τα παίρνουν όλοι οι αστυνομικοί. Οι αστυνομικοί διαβεβαιώνουν ότι τα παίρνουν όλοι οι τελωνειακοί. Οι τελωνειακοί πάλι ορκίζονται ότι δεν υπάρχει ούτε ένας πολιτικός που να μη λαδώνεται. Με τη σειρά τους, οι πολιτικοί προθυμοποιούνται να κόψουν το χέρι τους αν βρεθεί έστω ένας δημοσιογράφος που να μην τα παίρνει. Κι ο μύλος γυρίζει απ' την αρχή: Οι δημοσιογράφοι πιστεύουν πως όλοι οι δικηγόροι αρέσκονται στην ανομία. Οι δικηγόροι δακτυλοδείχνουν τους χρηματιστές, οι χρηματιστές τους υδραυλικούς, οι υδραυλικοί τους διαιτητές του ποδοσφαίρου, του μπάσκετ αλλά και του συμπαθούς μπάντμιντον, παρότι στην Ελλάδα είναι σπορ δωματίου. Αντεπιτιθέμενοι οι διαιτητές, ορμούν κατά των παραγόντων και των μάνατζερ, οι οποίοι δεν αφήνουν αναπάντητη την πρόκληση και ξιφουλκούν κατά των δημοσιογράφων, ή κατά των πολιτικών, των εφοριακών, των ταξιτζήδων, των ιερωμένων... Ολοι εναντίον όλων. Αρκούμενοι σε ένα «λέγεται ότι...» ή «όπως ψιθυρίζεται»... Κι όταν κληθούμε να αποδείξουμε τα λεγόμενά μας, τότε λέμε απλώς πως «εμείς κάναμε πολιτική παρέμβαση και όχι καταγγελία». Θαρρείς και η πολιτική παρέμβαση είναι κάτι σαν τη θρυλική ποιητική άδεια ή σαν το γνωστό «ακαταλόγιστο». Τι μένει στο τέλος; Η γενικευμένη καχυποψία και η συνολική απαξίωση. Κι έτσι, αυτοί που πράγματι τα παίρνουν, διασκεδάζουν με την αέναη μετατόπιση των ευθυνών, τη διάχυσή τους προς κάθε κατεύθυνση, και απολαμβάνουν τα κέρδη τους. Αλλωστε, κι αυτοί όταν πολιτικολογούν στην παρέα τους ορκίζονται πως «όλοι τα παίρνουν».

Του ΠΑΝΤΕΛΗ ΜΠΟΥΚΑΛΑ