ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ (13-07-99)

Ο φίλος μου ο παπατζής

Κατάπληκτος κι εγώ, όπως και εσείς υποθέτω, με αυτόν τον ξέφρενο χορό των τρισεκατομμυρίων που «διατίθενται» για την εξαγορά ή τη συγχώνευση τραπεζών κατέφυγα και πάλι στο φίλο μου «παπατζή», για τον οποίο και άλλοτε σας μίλησα. Είναι εκείνος που, στις ώρες της μεγάλης κινήσεως, στήνει το κινητό «κατάστημά του» στη γωνία Ζήνωνος και Πειραιώς, από το οποίο, όπως κατ' επανάληψη με διαβεβαίωσε, ζουν δέκα τουλάχιστον οικογένειες αβανταδόρων, τσιλιαδόρων και άλλων του επαγγέλματος. Με τη μεγάλη του πείρα μου εξηγεί αλάνθαστα όλα τα φαινόμενα της οδού Σοφοκλέους. Τον ρώτησα, λοιπόν, πού βρίσκονται αυτά τα τρισεκατομμύρια και ιδού τι μου είπε, στη δική του γλώσσα την οποία αδυνατώ να μεταφράσω: «Ακουσε, αγαπητέ μου. Οταν ανοίγω το «κατάστημα», αρχίζω με «ταρίφα» χιλίων δραχμών. Το κοινό «τσιμπάει»! Τι είναι χίλιες δραχμές σου λέει, ας δοκιμάσω. Το ίδιο λέω κι εγώ μέσα μου και αφήνω να κερδίσουν οι περισσότεροι. Παραμυθιάζονται και «τσιμπάνε» πιο πολύ. Οταν τσιμπήσουν αρκούντως, «πέφτει βλέφαρο» (τουτέστιν νόημα) στους αβανταδόρους και ανεβάζουν την ταρίφα στις πέντε χιλιάδες. Μερικοί αποχωρούν από τα ψωροκέρδη του ενός χιλιάρικου, δεν χάλασε ο κόσμος για τη ζημιά! Οι περισσότεροι παραμένουν και με το «τάληρο» τσιμπάνε ακόμη περισσότερο. Εγώ δεν είμαι πλεονέκτης! Με το «τάληρο», αφήνω να χάσουν τόσοι όσο χρειάζεται για να «ρεφάρω» τις ζημιές από το χιλιάρικο και λίγο παραπάνω! Τότε πέφτει «δεύτερο βλέφαρο» στους αβανταδόρους και στο άψε-σβήσε ανεβάζουν την «ταρίφα» στο δεκάρικο. Στο «επίπεδο» του δεκάρικου, χρειάζομαι ακριβώς εφτά λεπτά για να βγάλω ένα καλό μεροκάματο για δέκα τουλάχιστον τίμιες οικογένειες. Οπως σου είπα δεν είμαι πλεονέκτης, κάνω τη δουλειά μου σωστά. Οταν καταλάβω ότι το μεροκάματο βγήκε, πέφτει τρίτο «βλέφαρο» στους τσιλιαδόρους αυτή τη φορά, που έρχονται στην ομήγυρη και έντρομοι ψιθυρίζουν «σύρμα». Μαζεύω το κατάστημα και όλα τα σύνεργα και γινόμαστε... μπουχός! Είναι και αύριο μέρα, δεν είμαι πλεονέκτης. Κατάλαβες τώρα ποιος πληρώνει το μάρμαρο;».

Η αφήγησή του ήταν γεμάτη υπαινιγμούς, γιατί κάθε φορά που αναφερόταν σε αβανταδόρους, τσιλιαδόρους, ταρίφες και βλέφαρα που πέφτουν, ενίσχυε το χειμαρρώδη λόγο του με μορφασμούς, τους οποίους, δυστυχώς, αδυνατώ να σας μεταφέρω. Με όλα αυτά ήθελε προφανώς να μου πει ότι εκείνος που κάνει «μπάνκα» (οι τράπεζες, ας πούμε) δεν χάνει ποτέ, αρκεί να μην είναι... πλεονέκτης. Θεωρώ, ωστόσο, υπερβολικό τον τελικό υπαινιγμό του, ότι η τέχνη του ταπεινού «παπατζή» είναι κατά βάση όμοια με την υψηλή τέχνη των «αγορών»!.. Παρά τους διαφανείς υπαινιγμούς του φίλου μου και συμβούλου, δεν μπορώ να καταλάβω και να καταλήξω σε κάποιο συμπέρασμα, ποιος πληρώνει το μάρμαρο στην οδό Σοφοκλέους, ενώ κατάλαβα πολύ καλά ποιος το πληρώνει στην οδό Ζήνωνος! (Αυτοί οι δύο, ο Σοφοκλής και ο Ζήνων ο Ελεάτης, ήσαν συνομήλικοι, αλλά ο πρώτος έζησε πολύ περισσότερο και πέθανε σε βαθιά γεράματα!) Αυτό το ερώτημα με συντρίβει και ματαίως ψάχνω σε οικονομολόγους και οικονομολογούντες να μου δώσουν απάντηση. Και μια άλλη όμως απορία υποθέτω ότι συντρίβει και εσάς: Πώς γίνεται να κυκλοφορεί τόσος πλούτος σε μια δυστυχισμένη χώρα, με εκατοντάδες χιλιάδες ανέργους, όπου η «λιτότητα», από αρετή για όλους, μεταβλήθηκε σε... ποινή για τους πολλούς και σε προνόμιο για τους ολίγους! Αφελείς όλου του κόσμου, ας ενωθούμε!

Του ΑΝΤΩΝΗ ΚΑΡΚΑΓΙΑΝΝΗ