ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ (23-06-99)

Πανεπιστημιακά ΙΙ

Χθες, αγαπητοί μου αναγνώστες, γράφαμε για το πώς εκλέγονται οι καθηγητές στα ΑΕΙ και τα ΤΕΙ. Μου τηλεφώνησε καθηγητής των ΑΕΙ και μου είπε, ότι συμβαίνουν όλα αυτά που γράφετε αλλά και ακόμη χειρότερα: Σε πολλές περιπτώσεις καθυστερεί τεχνηέντως η εκλογή και συμπλήρωση Διδακτικού Προσωπικού, τόσο στα ΑΕΙ όσο και στα ΤΕΙ, έως ότου ο «δικός μας», αποπερατώσει τη διδακτορική του εργασία! Συχνά επίσης με μεθοδευμένη και κατευθυνόμενη αποχή από τη σύνοδο του εκλεκτορικού σώματος ματαιώνουν την εκλογή Διδακτικού Προσωπικού, αν ο «συσχετισμός» δεν είναι ευνοϊκός υπέρ του «δικού μας». Οταν με τον περίφημο «Νόμο - πλαίσιο» καθιερώθηκε η εκλογή Διδακτικού Προσωπικού από εκλεκτορικό σώμα του Τμήματος, είπαμε όλοι ότι, επιτέλους, απαλλαγήκαμε από τη δικτατορία της «έδρας», όπου συχνότατα ο κάτοχός της την κληροδοτούσε σε συγγενείς και φίλους. Τότε, όμως, στο κάτω κάτω, υπήρχε η ατομική ευθύνη, την οποία ο άλλος υπολόγιζε. Σήμερα η ευθύνη αυτή διαχέεται και τελικά εξαφανίζεται μέσα στις πελατειακές σχέσεις ενός συλλογικού σώματος το οποίο διαμορφώνεται όπως... η κινούμενη άμμος.

Ολοι σήμερα παραδέχονται ότι η σχέση Διδακτικού Προσωπικού και σπουδαστών είναι η «ευνοϊκότερη» στην ιστορία της. Υπάρχουν μάλιστα Τμήματα, όπου το Διδακτικό Προσωπικό είναι εμφανώς πλεονάζον! Κατά πόσο, όμως, αυτό το Διδακτικό Επιστημονικό Προσωπικό (αυτός είναι ο ακριβής όρος: ΔΕΠ) αφιερώνει το χρόνο και τις προσπάθειές του στο διδακτικό έργο που έχει αναλάβει με την εκλογή του; Εδώ φτάνουμε, ίσως, στην καρδιά του προβλήματος και για να μην είμαστε άδικοι, διευκρινίζουμε από τώρα ότι δεν αναφερόμαστε σε όλους τους πανεπιστημιακούς δασκάλους. Υπάρχει πάντοτε ένας πυρήνας πανεπιστημιακών δασκάλων που ασκούν το διδακτικό και επιστημονικό τους καθήκον όπως το επιβάλλει ο νόμος και η συνείδησή τους. Υπάρχει όμως και μεγάλος αριθμός, ιδιαίτερα στις επιστήμες με υψηλή επαγγελματική ζήτηση (ιατρική, νομική, πολυτεχνεία), που θεωρεί τη δουλειά του στο πανεπιστήμιο ως... πάρεργο! Η κύρια απασχόλησή του είναι εκτός πανεπιστημίου, κυρίως η άσκηση του οικείου επαγγέλματος (του ιατρού, του νομικού, του πολιτικού μηχανικού κ.λπ.) αλλά και άλλες απασχολήσεις όπως η συμμετοχή σε διοικητικά συμβούλια διαφόρων εταιρειών, συχνά ασυμβιβάστων με το έργο των πανεπιστημιακών διδασκάλων, αλλά και η απασχόλησή τους ως συμβούλων στον ιδιωτικό, στον κρατικό ή ημικρατικό τομέα. Και θα μου πείτε ασφαλώς πως όλοι αυτοί οι τομείς θα στερηθούν των υπηρεσιών, π.χ. ενός εγκρίτου νομικού ή ενός αρχιτέκτονος που συμβαίνει να είναι και πανεπιστημιακός δάσκαλος. Και θα σας πω ότι κάθε κοινωνία και κάθε κράτος θέτει προτεραιότητες και αποκαθιστά ισορροπίες ή προσπαθεί να συνδυάσει και τα δύο. Η πανεπιστημιακή κλινική π.χ. σκοπό έχει να συνδυάσει το διδακτικό με το πανεπιστημιακό έργο ενός καθηγητή της ιατρικής. Αλλά και κάθε επάγγελμα έχει και το ασυμβίβαστό του: Ο δικηγόρος δεν μπορεί ταυτόχρονα να ασκεί και εμπορική δραστηριότητα ή να είναι πρόεδρος ή διευθύνων σύμβουλος μιας ανωνύμου εταιρείας. Σε όλες αυτές τις εξωπανεπιστημιακές (χρυσοφόρες) απασχολήσεις του Διδακτικού Επιστημονικού Προσωπικού πρέπει να προσθέσετε τα συνέδρια (απαραίτητα πράγματι, σε επιστήμονα) και κυρίως τα αποκαλούμενα προγράμματα επιστημονικής έρευνας, χρηματοδοτούμενα από την Ενωμένη Ευρώπη σε υψηλό ποσοστό και από τα οποία ο πανεπιστημιακός δάσκαλος αποκομίζει σημαντικά πρόσθετα έσοδα. Εχω ακούσει πολλά για την ποιότητα αυτών των επιστημονικών προγραμμάτων, ιδιαίτερα στα ΤΕΙ. Καθηγητής μου είπε ότι ουσιαστικά δεν πρόκειται για επιστημονική έρευνα, αλλά για μελέτες εφαρμογής που συχνά πωλούνται σε ιδιώτες επιχειρηματίες. Διαφορετικά αυτά τα προγράμματα, ισομερώς κατανεμημένα, θα μπορούσαν πραγματικά να συνδυάσουν το διδακτικό και το ερευνητικό έργο ενός πανεπιστημιακού δασκάλου και να είναι ευλογία. Τώρα είναι κατάρα για την λειτουργία των ΑΕΙ και ΤΕΙ.

Αποτέλεσμα: Υπάρχουν πολλοί πανεπιστημιακοί δάσκαλοι που... σπανίως ή ποτέ δεν συναντώνται με τους σπουδαστές, ενώ άπαξ του μηνός, επί δεκατέσσερις φορές στο δωδεκάμηνο έτος, συναντώνται ανελλιπώς... με τον ταμία του ΑΕΙ. Θα επανέλθουμε...

Του ΑΝΤΩΝΗ ΚΑΡΚΑΓΙΑΝΝΗ