ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ (11-06-99)

Η σαπουνόπερα των μετρήσεων

Α! μα έχει πάρει διαστάσεις το αστειάκι με την Εσμεράλντα και τους πολιτικούς και δεν θα το πίστευα αν δεν άκουγα να τίθεται προς συζήτηση στην προχθεσινή προεκλογική εκπομπή που είχε διοργανώσει το Mega με συντονιστές τους Θοδωρή Ρουσσόπουλο και Νάσο Αθανασίου και καλεσμένους υποψηφίους από τις ευρω-λίστες όλων των κομμάτων. Φυσικά, δεν έχει ουσιαστική αξία το παράδειγμα, διότι όσοι γνωρίζουν από μετρήσεις ξέρουν πολύ καλά πως ανόμοια πράγματα δεν συγκρίνονται. Αλλο ή σαπουνόπερα και άλλο μια πολιτική συνέντευξη ακόμη κι αν μεταδίδονται την ίδια ώρα. Απλώς δημιουργεί εντυπώσεις η ποδοσφαιρικού τύπου αναμέτρηση των δύο διαφορετικών πορογραμμάτων. Η διαφορά δηλαδή της τηλεθέασης των συνεντεύξεων του κ. Σημίτη ή του κ. Καραμανλή και της σαπουνόπερας, που έχει δημιουργήσει τόσο θόρυβο, είναι ποσοτική, μετρημένη σε απόλυτους αριθμούς. Αυτό σημαίνει πως πρέπει να αναλύσουμε τι είδους κοινό βρισκόταν μπροστά στις οθόνες την ώρα που μεταδίδονταν οι συνεντεύξεις τους. Γύρω στις επτά το απόγευμα δεν βρίσκεται προφανώς μπροστά στις τηλεοράσεις παρά η κατηγορία του κοινού που παρακολουθεί φανατικά τις σαπουνόπερες. Ελάχιστοι από αυτούς θα άλλαζαν την αγαπημένη τους απογευματινή συνήθεια για έναν τηλεοπτικό μονόλογο πολιτικού. Αυτό δεν σημαίνει ότι ως ψηφοφόροι οι ίδιοι, δεν έχουν τις πολιτικές τους προτιμήσεις, απλώς ως τηλεθεατές έχουν άλλη συμπεριφορά, πιο χαλαρή. Θα είχε ενδεχομένως ενδιαφέρον να μετρηθεί ποια κόμματα ψηφίζουν οι τηλεθεατές της Εσμεράλντα ή ποιον πολιτικό προτιμούν. Αλλά αυτό και πάλι δεν σημαίνει πως αν ο πολιτικός που προτιμούν έβγαινε σε άλλο κανάλι θα εγκατέλειπαν την σαπουνόπερά τους για να τον ακούσουν. Είναι παραπλανητική η συζήτηση έτσι όπως τίθεται, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν ισχύει ο υπαινιγμός του απλοϊκού συμπεράσματος ότι «το κοινό προτιμάει μια σαπουνόπερα από τους πολιτικούς». Είναι γνωστό ότι ο πολιτικός λόγος περνάει κρίση, ότι οι πολιτικοί δυσκολεύονται να επικοινωνήσουν με το μεγάλο κοινό εκτός εάν υιοθετήσουν τη «γλώσσα των μίντια», δηλαδή λόγο επιθετικό, ευφυολογήματα, κόντρες μεταξύ τους και άλλα τέτοια γαργαλιστικά. Γι' αυτήν την εξέλιξη φέρουν μεγάλο μέρος της ευθύνης και οι ίδιοι οι πολιτικοί, που έσπευσαν να ακολουθήσουν τους κανόνες που τους επέβαλε το τηλεοπτικό θέαμα προκειμένου να εξασφαλίσουν στασίδι σ' αυτό, δέχθηκαν για παράδειγμα να κάνουν εύκολες και πρόχειρες δηλώσεις για οποιοδήποτε θέμα τους ζητούσαν τα κανάλια ακόμη και αν δεν γνώριζαν τίποτε γι' αυτό, να βγαίνουν στα σόου μαζί με καλλιτέχνες, δέχθηκαν να υποβαθμίσουν τον πολιτικό λόγο χάριν του θεάματος. Η τηλεόραση από την πλευρά της είναι αμείλικτη. Δεν χρειάστηκε πολύ χρόνο για να επιβάλει τους κανόνες της, με την συναίνεση των πολιτικών, που χρειάστηκαν περισσότερο χρόνο για να αντιληφθούν ότι εκχώρησαν πολύτιμο έδαφος στο τηλεοπτικό θέαμα. Δεν ήταν παράλογο που το τηλεοπτικό κοινό άρχισε σιγά σιγά να προτιμάει το αυθεντικό τηλεοπτικό θέαμα, το σόου, τη σαπουνόπερα ή την καλή ελληνική κωμωδία από το να παρακολουθήσει τους πολιτικούς να προσπαθούν να είναι «επικοινωνιακοί», άνετοι, φιλικοί ή ό,τι άλλο τους συμβουλεύουν τα επιτελεία τους, ενώ δεν φροντίζουν παράλληλα να είναι ουσιαστικοί και συνεπείς. Αυτό δεν σημαίνει διόλου ότι χάθηκε το πολιτικό αισθητήριο του κόσμου ή ότι δεν ενδιαφέρεται για την πολιτική, απλώς δεν ενδιαφέρεται για την τηλεοπτική πολιτική.

Γράφει η ΠΟΠΗ ΔΙΑΜΑΝΤΑΚΟΥ