Σχολιάζει ο ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ (09-01-97)

«Καλειδοσκόπια»!

Τώρα που «κάθε κατεργάρης βρίσκεται στον πάγκο του», τώρα που έφυγαν τα καλλικαντζάρια, καιρός είναι να ασχοληθούμε με τα μορμολύκεια που έχουν απομείνει στην πολιτική ζωή μας. Καιρός, λοιπόν, να δούμε τις σχέσεις των «εκσυγχρονιστών» που βρίσκονται στην κυβέρνηση και των μορμολυκείων που αποτελούν το «Νέο Πασόκ».
Αφορμή στην «περιήγηση» αυτή μας δίνει η συνέντευξη που έδωσε ο γενικός γραμματεύς του ΠΑΣΟΚ, κ. Κ. Σκανδαλίδης, στους Δ. Χρήστου και Κική Παππά και δημοσιεύθηκε στην οικονομική εφημερίδα «Εξπρές». Σ' αυτήν, ο γεν. γραμματεύς του «Νέου Πασόκ» προβαίνει σε μια καταπληκτική ομολογία για την «κρατικοποίηση» του κόμματος λέγων: «Η μακρόχρονη κυβερνητική θητεία είχε σοβαρές συνέπειες στις σχέσεις του κόμματος με την κοινωνία. Το έκανε κόμμα του κράτους, το έκανε κόμμα διαχείρισης εξουσίας, κόμμα χιλιάδων αξιωματούχων σε όλα τα επίπεδα και αφυδάτωσε την ιδεολογική και την πολιτική συλλογική του μορφή και λειτουργία, η οποία πρέπει να επανασυσταθεί και να επανασυνδεθεί με την κοινωνία»! Σε απλά δηλαδή ελληνικά, ο γενικός γραμματεύς του «Νέου Πασόκ» ομολογεί την άλωση του κράτους από τους «νομενκλατούριους» του κόμματος. Οι οποίοι μετά την εκλογική νίκη το 1981 ενέμοντο και εξακολουθούν να νέμονται την εξουσία! Εκτός όμως από την ομολογία αυτή της κρατικοποιήσεως του κόμματος, ο γενικός του γραμματεύς έδωσε διευκρινίσεις για το πώς το κόμμα θεωρεί τις σχέσεις του με την κυβέρνηση και ετόνισε: «Το ΠΑΣΟΚ για να βοηθήσει την κυβέρνηση πρέπει να συμμετέχει στη διαμόρφωση και των αποφάσεων και των διαδικασιών. Πέρασε η εποχή που κάποιος έτρεχε πίσω από συνθήματα ή πίσω από εντολές»! Στο σημείο όμως αυτό ας προσπαθήσουμε να θυμηθούμε τις δηλώσεις του πρωθυπουργού Κ. Σημίτη -του Ποντίφηκος του εκσυγχρονισμού- ο οποίος στην ομιλία του στην κοινή συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής και της Κοινοβουλευτικής Ομάδος του ΠΑΣΟΚ ετόνιζε: «Το κόμμα και η Κοινοβουλευτική Ομάδα δεν μπορούν ούτε να υποκαταστήσουν την κυβέρνηση αλλά ούτε και να μεταβληθούν σε άκριτο υποστηρικτή επιμέρους κυβερνητικών αποφάσεων. Η πολιτική λειτουργία με βάση τους διακριτούς ρόλους κυβέρνησης και κόμματος έχει μια απαράβατη πολιτική λογική: το κόμμα διαμορφώνει τη στρατηγική, που επικυρώνει ο λαός με την ψήφο του. Η κυβέρνηση καλείται να εφαρμόσει αυτή τη στρατηγική. Κόμμα και Κοινοβουλευτική Ομάδα είναι τόσο ελεγκτές της πραγματικής συνέπειας όσο και οι φορείς που εξασφαλίζουν την κοινωνική δυναμική για την εφαρμογή της κυβερνητικής πολιτικής»! Βρισκόμαστε δηλαδή ξανά στο πρόβλημα των σχέσεων κόμματος και κυβερνήσεως, καθώς το κόμμα -«το αφυδατωμένο, το κόμμα του κράτους, το κόμμα που έκανε διαχείριση εξουσίας, με τις χιλιάδες αξιωματούχους σε όλα τα επίπεδα»- θέλει να «συμμετέχει στη διαμόρφωση των αποφάσεων και των διαδικασιών». Αυτά, δε, λέγονται όταν βρισκόμαστε στο κατώφλι της «πομφόλυγος του νέου έτους». Γιατί εάν η «πομφόλυξ του έτους» ήταν για το 1996 ο «εκσυγχρονισμός», η «πομφόλυξ του νέου έτους» θα είναι ο «διάλογος». Μάλιστα ο «κοινωνικός διάλογος» όπως τον χαρακτηρίζουν οι κυβερνητικοί εκσυγχρονισταί. Ο «διάλογος», όμως, διεξάγεται μέσα σε ένα κλίμα όχι μόνον εντάσεως μεταξύ κυβερνήσεως και ορισμένων ομάδων του πληθυσμού, αλλά και υπό την «Δαμόκλειον Σπάθην» του «Προγράμματος Συκλίσεως» και της Ευρωπαϊκής Ενοποιήσεως. Ενώ την ίδια στιγμή η αξιωματική αντιπολίτευση προσπαθεί να ανακαλύψει αφ· ενός μεν «λόγον υπάρξεως» και αφ' ετέρου αγωνίζεται να μη διαλυθεί. Ετσι, τα δύο κόμματα (ΚΚΕ και ΔΗΚΚΙ) βάλλουν από τα αριστερά κατά της κυβερνήσεως με αιχμή του δόρατος την αντίθεσή τους προς την Ευρωπαϊκή Ενωση και την ΟΝΕ. Τώρα λοιπόν, στον «διάλογο» που ετοιμάζεται να αρχίσει η κυβέρνηση, έρχεται σαν σφήνα και το «κόμμα» που θέλει και αυτό «να συμμετέχει στη διαμόρφωση των αποφάσεων και των διαδικασιών». Αυτό είναι το σκηνικό, το πλαίσιο, στο οποίο θα διεξαχθεί ο «διάλογος» και θα εφαρμοσθεί η κυβερνητική πολιτική. Μια πολιτική, όμως, που υπαγορεύεται από τις υποχρεώσεις μας προς την Ευρωπαϊκή Ενωση. Την ίδια όμως στιγμή υπονομεύεται από τον «υφέρποντα αντιευρωπαϊσμό». Τώρα μάλιστα που ορισμένα ευρωπαϊκά κράτη, μαζί με τις ΗΠΑ, πιέζουν για τη λύση του Κυπριακού και συμβιβασμούς με την Τουρκία είναι πολύ πιθανόν ο αντιευρωπαϊσμός να ενταθεί και να δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα στην πορεία προς την ΟΝΕ. Ο διάλογος, λοιπόν, θα διεξαχθεί με την κυβέρνηση να βαδίζει επί «ξυρού ακμής», ενώ οι πολίτες, τα κόμματα, οι συντεχνίες, τα συνδικάτα θα βλέπουν τα προβλήματα με διαφορετικές οπτικές γωνίες το καθένα. Με αποτέλεσμα να έχουμε μια καλειδοσκοπική αντιμετώπιση των προβλημάτων μας. Πράγμα που θα μπορούσε να είναι και μια διεθνής πρωτοτυπία!