Tι-Βι-α (08-01-97)
Η απειλή πλησιάζει, αλβανική κατά προτίμηση και ποιος θα ψέξει τους φιλήσυχους οικογενειάρχες που παίρνουν τον νόμο στα χέρια τους για να προφυλαχθούν «εφ' όσον το κράτος δεν μπορεί», και αρπάζουν τις καραμπίνες; Και κάνουν τα δελτία ειδήσεων απ· ευθείας συνδέσεις με τις «εμπόλεμες» περιοχές και το ένα ανησυχητικό ανακοινωθέν ακολουθεί το άλλο και ο φακός κάνει κοντινό στη καραμπίνα ενός «απελπισμένου» την ώρα που πυροβολεί στον αέρα, να το δουν, φαίνεται, οι δράστες να τρομάξουν.
Κι όμως όχι, οι δράστες δεν βλέπουν τηλεόραση και πολύ περισσότερο δεν τρομάζουν με αυτά. Τρομάζουν οι πολίτες της χώρας και νιώθουν απροστάτευτοι και έτοιμοι να δεχθούν τα χειρότερα, από άγρια αστυνόμευση, γιατί «θα είναι για το καλό» τους ώς την αυτοδικία και αυτό για το καλό της «ειρήνης». Νέες εποχές, σκληρές, αναμενόμενες.
Οι διαφορές μεταξύ ανθρώπων, μεταξύ πλουσίων και φτωχών βαθαίνουν, ο κόσμος δεν έχει απαντήσεις και η τηλεόραση δεν νοιάζεται ούτε να τις ψάξει ούτε να τις αναδείξει. Βοηθάει με τον τρόπο της τη νέα τάξη πραγμάτων. Της αρκεί το θέαμα των εξαγριωμένων, της φτάνει για τη θεαματικότητά της η καλλιέργεια ανησυχίας στους γονείς για τα ρέιβ πάρτι και δεν της πέφτει διόλου άσχημα το κλειδαμπάρωμα των κατοίκων της πόλης στα σπίτια τους, για να «προφυλαχθούν απο τους άγριους ληστές».
Α! κι όσο σκέφτεται κανείς πόσο επαναστατικό μέσον θα μπορούσε να είναι και πόσο θα βοηθούσε στην αναδιάρθρωση των συνθηκών ζωής των πολιτών του κόσμου, αν αποδεσμευόταν από την αγοραία ηθική του κέρδους, που οδηγεί στην ανάδειξη επικίνδυνων νοοτροπιών. Γιατί είναι πολύ θεαματική η πολεμική ατμόσφαιρα, όπως και η αναζήτηση ενόχων και αποδιοπομπαίων τράγων για τα δεινά της κοινωνίας. Είναι εύκολος ο διαχωρισμός σε καλούς και κακούς. Είναι κακοί οι χωρισμένοι γονείς, γιατί οδηγούν τα παιδιά τους σε αυτοκτονίες ή είναι επικίνδυνα τα διαζύγια -τι άλλο ήθελε να υπαινιχθεί παρουσιαστής που τόνιζε διαρκώς ότι το παιδί, που βρέθηκε κρεμασμένο προχθές «ήταν παιδί χωρισμένων γονιών»- είναι κακοί οι Αλβανοί, είναι επικίνδυνοι οι ρέιβερς, είναι οι εχθροί όλοι εκεί έξω και εμείς εδώ οι καλοί, που πρέπει να προφυλαχθούμε, να σωθούμε, να επιτεθούμε.
Είναι ο πόλεμος η λύση ή μήπως το πρόβλημα είναι οι Αλβανοί και οι λοιποί μετανάστες; Ο ρόλος της τηλεόρασης αναδεικνύεται στην εποχή μας καθοριστικός. Οχι γιατί εφευρίσκει νοοτροπίες, οι οποίες έτσι κι αλλιώς υπήρχαν χρόνια, αλλά γιατί τις προβάλλει ως κυρίαρχες και τις δικαιώνει.
Κι ας φωνάζουν οι επιστήμονες και οι σοφοί του κόσμου, αλλά και οι ευαίσθητοι στα μηνύματα της εποχής πολίτες πως το πρόβλημα είναι αυτό το βαθύ χώρισμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών του πλανήτη, που διαρκώς μεγαλώνει. Και όχι μόνον αυτό, αλλά από την πλευρά των φτωχών περνούν όλο και περισσότερες κατηγορίες πολιτών.
Αυτές οι επικίνδυνες ισορροπίες είναι που κάνουν την απειλή να βαραίνει στον κόσμο. Μόνο που ενώ όλοι νιώθουν πως τα μεγαλύτερα προβλήματα είναι η ανεργία και η εγκληματικότητα, είναι πολύ λίγοι εκείνοι, οι οποίοι αναγνωρίζουν τον άρρηκτο δεσμό μεταξύ τους, γράφει ο Τζέρεμι Ρίφκιν στη συγκλονιστική μελέτη του «Το τέλος της εργασίας και το μέλλον της» (εκδ. Λιβάνη). Είναι στο βιβλίο του, που αναφέρει για τις συμμορίες, οι οποίες δρουν στα πλούσια προάστια της Αμερικής, για άλλοτε ασφαλείς κοινότητες, που γίνονται τώρα πεδία πολέμου και για τη νέα αρχιτεκτονική σπιτιών-φρουρίων, τα οποία έχουν φτωχική πρόσοψη και πολυτελές εσωτερικό, ενώ αληθινά τείχη υψώνονται γύρω τους και οπλισμένες ομάδες πολιτών αναλαμβάνουν οι ίδιες την ασφάλεια των σπιτιών και οικογενειών τους. «Κλειδωμένοι έξω από το νέο παγκόσμιο χωριό της υψηλής τεχνολογίας», γράφει ο Ρίφκιν, «θα βρίσκουν τρόπους -όσοι εξωθούνται στην ανεργία με τις καινούργιες συνθήκες εργασίας και κατανομής πλούτου- να μπαίνουν λαθραία μέσα, για να παίρνουν διά της βίας όλα όσα τους στερούν οι δυνάμεις της αγοράς».
Ο τηλεοπτικός νεοσυντηρητισμός των δελτίων ειδήσεων επομένως, κάθε άλλο παρά βοηθάει στην κατανόηση του κόσμου και των πραγματικών συνθηκών, τις οποίες καλούνται να αντιμετωπίσουν από κοινού όλες οι ομάδες του πληθυσμού και κυρίως εκείνες που φέρνουν την ευθύνη των χειρισμών και των αποφάσεων.
«Μπαίνουμε σε μια νέα εποχή παγκόσμιων αγορών και αυτοματοποιημένης παραγωγής», γράφει ο Ρίφκιν στον επίλογό του, «ο δρόμος που οδηγεί σε μια οικονομία σχεδόν χωρίς καθόλου εργαζόμενους είναι ορατός. Το αν ο δρόμος αυτός θα καταλήξει σε έναν τόπο ηρεμίας και σιγουριάς ή σε μια σκοτεινή άβυσσο θα εξαρτηθεί από το πόσο καλά θα προετοιμαστεί ο πολιτισμός μας για τη μετά την αγορά εποχή που θα ακολουθήσει την Τρίτη Βιομηχανική Επανάσταση. Το τέλος της εργασίας θα μπορούσε να σημάνει τη θανατική καταδίκη του πολιτισμού, όπως τον ξέρουμε. Το τέλος της εργασίας θα μπορούσε επίσης να σημάνει την αρχή μιας μεγάλης κοινωνικής μεταμόρφωσης, μιας αναγέννησης του ανθρώπινου πνεύματος. Το μέλλον βρίσκεται στα χέρια μας».
«Τηλέμαχος»